Πέμπτη 22 Απριλίου 2021

 

Πρόγραμμα Αγιας και Μεγάλης Εβδομάδος 2021.
Κυριακή Βαΐων 6.30 μ.μ Ακολουθία του Νυμφίου.
Μ. Δευτέρα 7.00-9.00 π.μ Θ. Λειτουργία των Προηγιασμενων. 
6.30 μ.μ Ακολουθία του Νυμφίου χοροστατούντος του Σεβ.Ποιμεναρχου μας κ.κ.Σεραφειμ.
Μ. Τρίτη 7.00-9.00 π.μ Θ. Λειτουργία των Προηγιασμενων. 
6.30 μ.μ Ακολουθία του Νυμφίου χοροστατούντος του Σεβ. Μητροπολίτου Προικονησου κ.κ.Ιωσηφ.
Μ. Τετάρτη 7.00-9.00 π.μ. Θ. Λειτουργία των Προηγιασμενων. 
6.30μ.μ.Ακολουθια του Νυμφίου. 
Μ. Πέμπτη 7.30-9.30.π.μ Εσπερινός και Θ. Λειτουργία του Μ. Βασιλείου. 
5.30 μ.μ.Ακολουθια των Αγίων Παθών του Κυρίου. 
Μ. Παρασκευή 8.00π.μ. Ακολουθια των Μεγάλων Βασιλικών Ωρών. 
10.00π.μ. Εσπερινός (Αποκαθήλωση) 
6.00 μ.μ Ακολουθια του Επιταφίου Θρήνου. 
Μ. Σάββατο 7.30 -9. 30π.μ.Εσπερινος και Θ. Λειτουργία του Μ. Βασιλείου. (Πρώτη Ανάσταση) 
8.00μ.μ Ακολουθια της Παννυχιδος. 
9.00μ.μ. Ακολουθια της Αναστάσεως του Κυρίου και εν συνεχεία η Αναστασιμη Θ. Λειτουργία. 
Κυριακή του Πάσχα 6.00 μ.μ Ακολουθια του εσπερινού της Αγάπης.

Κυριακή 18 Απριλίου 2021

 Ἰωάννης Χρυσόστομος – «Ἀληθῶς Ἀνέστη»
Ἡ πλάνη πάντα αὐτοκαταστρέφεται καί, παρόλο ποὺ δὲν τὸ θέλει,
στηρίζει σὲ ὅλα τὴν ἀλήθεια.
Πρόσεξε: Ἔπρεπε ν ̓ ἀποδειχθεῖ ὅτι ὁ Χριστὸς πέθανε καὶ τάφηκε
καὶ ἀναστήθηκε.
Ἔ, λοιπὸν ὅλα αὐτὰ τὰ κατοχυρώνουν οἱ ἴδιοι οἱ ἐχθροί!
Ἐφ ̓ ὄσoν ἔφραξαν μὲ τὸν βράχο καὶ σφράγισαν καὶ φρούρησαν τὸν
τάφο, δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ γίνει καμία κλοπή.



Ἀφοῦ ὅμως δὲν ἔγινε κλοπὴ καὶ ἐν τούτοις ὁ τάφος βρέθηκε ἄδειος,
εἶναι ὁλοφάνερο καὶ ἀναντίρρητο ὅτι ἀναστήθηκε. Εἶδες πὼς καὶ μὴ
θέλοντας στηρίζουν τὴν ἀλήθεια;
Ἀλλὰ καὶ πότε θὰ Τὸν ἔκλεβαν οἱ μαθηταί; Τὸ Σάββατο;
Μὰ ἀφοῦ δὲν ἐπιτρεπόταν ἀπὸ τὸν νόμο νὰ κυκλοφορήσουν. Κι ἂν
ὑποθέσουμε ὅτι θὰ παραβίαζαν τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ, πῶς θὰ
τολμοῦσαν αὐτοὶ οἱ τόσο δειλοὶ νὰ βγοῦν ἔξω ἀπ ̓ τὸ σπίτι;
Καὶ μὲ ποῖο θάρρος θὰ ριψοκινδύνευαν γιὰ ἕνα νεκρό;
Προσμένοντας ποιὰ ἀνταπόδοση; Ποιὰ ἀμοιβή;
Καὶ στ ̓ ἀλήθεια, ποῦ στηρίζονταν;
Στὴ δεινότητα τοῦ λόγου τους;
Ἀλλὰ ἦταν ἀπ ̓ ὅλους ἀμαθέστεροι.
Στὰ πολλά τους πλούτη;
Ἀλλὰ δὲν εἶχαν οὔτε ραβδὶ οὔτε ὑποδήματα.
Μήπως στὴν ἔνδοξη καταγωγή τους;
Ἀλλὰ ἦταν οἱ ἀσημότεροι τοῦ κόσμου.
Μήπως στὸ πλῆθος τους;
Ἀλλὰ δὲν ξεπερνοῦσαν τοὺς ἕνδεκα, ποὺ κι αὐτοὶ σκόρπισαν.
Ἂν ὁ κορυφαῖος τους φοβήθηκε τὸν λόγο μιᾶς γυναίκας θυρωροῦ κι
ὅλοι οἱ ἄλλοι,
ὅταν εἶδαν τὸν Διδάσκαλό τους δεμένο,
σκόρπισαν καὶ διαλύθηκαν, πῶς θὰ τοὺς περνοῦσε κἂν ἀπ ̓ τὸν νοῦ
νὰ τρέξουν στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης καὶ νὰ φυτέψουν πλαστὸ
κήρυγμα ἀναστάσεως;
Ἀφοῦ φοβήθηκαν τὴ γυναικεία ἀπειλὴ καὶ τὴ θέα μόνο τῶν δεσμῶν,
πῶς θὰ μποροῦσαν νὰ τὰ βάλουν μὲ βασιλεῖς καὶ ἄρχοντες καὶ
λαούς, ὅπου ξίφη καὶ τηγάνια καὶ καμίνια καὶ μύριοι θάνατοι κάθε
μέρα, ἂν δὲν εἶχαν ἀπολαύσει καὶ οἰκειοποιηθεῖ τὴ δύναμη καὶ τὴν
ἕλξη τοῦ Ἀναστάντος;
Ἀλλὰ γι ̓ αὐτὰ πρέπει νὰ ἐπανέλθουμε.



Ἂς ξαναρωτήσουμε ὅμως τώρα τοὺς Ἑβραίους:
Πῶς ἔκλεψαν τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ οἱ μαθηταί, ὦ ἀνόητοι;
Ἐπειδὴ ἡ ἀλήθεια εἶναι λαμπρὴ καὶ ὁλοφάνερη, τὸ ἰουδαϊκὸ ψέμα
δὲν μπορεῖ οὔτε σὰν σκιά, νὰ σταθεῖ.
Πῶς θὰ τὸ ἔκλεβαν, ποὺ εἶχαν τὴν ὑποψία καὶ ἀγρυπνοῦσαν καὶ
πρόσεχαν;
Μὰ καὶ γιὰ ποῖο λόγο θὰ τὸ ἔκλεβαν;
Γιὰ νὰ πλάσουν τὸ δόγμα τῆς Ἀναστάσεως;
Καὶ πῶς τοὺς ᾖρθε νὰ πλάσουν κάτι τέτοιο αὐτοὶ οἱ δειλοί;
Καὶ πῶς κύλησαν τὸν ἀσφαλισμένο βράχο;
Πῶς ξέφυγαν ἀπὸ τόσους ἄγρυπνους κι ἄγριους φρουρούς;
Πρόσεξε ὅμως πὼς μὲ ὅσα κάνουν οἱ Ἑβραῖοι πιάνονται πάντα στὰ
ἴδια τους τὰ δίχτυα.
Νά, ἂν δὲν πήγαιναν στὸν Πιλότο κι ἂν δὲν ζητοῦσαν τὴν
κουστωδία, πιὸ εὔκολα θὰ μποροῦσαν νὰ λένε τέτοια ψεύδη οἱ
ἀδιάντροποι.
Μὰ τώρα ὄχι.
(Ὑπῆρχε ἡ κουστωδία. Κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ γλιτώσει ἀπ ̓ τὴν
ἄγρυπνη προσοχή της κι ἀπ ̓ τὰ ξίφη της).
Κι ἔπειτα γιατί νὰ μὴν κλέψουν τὸ σῶμα νωρίτερα;
Ἀσφαλῶς ἂν εἶχαν σκοπὸ νὰ κάνουν κάτι τέτοιο,
θὰ τὸ ἔκαναν ὅταν δὲν ἐφρουρεῖτο ὁ τάφος,

τότε ποὺ ἦταν καὶ ἀκίνδυνο καὶ σίγουρο, δηλ. τὴν πρώτη νύχτα-
γιατὶ τὸ Σάββατο πῆγαν οἱ Ἑβραῖοι στὸν Πιλότο καὶ ζήτησαν τὴν

κουστωδία καὶ φρούρησαν τὸν τάφο, ἐνῷ, τὴν πρώτη νύχτα δὲν ἦταν
κανένας ἐκεῖ.
Καὶ τί γυρεύουν στὸ ἔδαφος τὰ σουδάρια ποτισμένα μὲ τὴ σμύρνα,
ποὺ βρῆκαν, τυλιγμένα μάλιστα, ὁ Πέτρος καὶ οἱ ἄλλοι ἀπόστολοι;
Εἶχε πάει πρώτη ἡ Μαγδαληνὴ Μαρία.
Κι ὅταν γύρισε καὶ ἀνήγγειλε τὰ θαυμαστὰ συμβάντα στοὺς



ἀπόστολους, ἐκεῖνοι χωρὶς καθυστέρηση τρέχουν ἀμέσως στὸ
μνημεῖο καὶ βλέπουν κάτω τὰ ὀθόνια.
Αὐτὸ ἦταν σημεῖο Ἀναστάσεως.
Γιατί ἂν ἤθελαν κάποιοι νὰ Τὸν κλέψουν,
δὲν θὰ Τὸν ἔκλεβαν βέβαια γυμνό.
Αὐτὸ θὰ ἦταν ὄχι μόνο ἀτιμωτικὸ ἀλλὰ καὶ ἀνόητο.
Δὲν θὰ κοίταζαν νὰ ξεκολλήσουν τὰ σουδάρια,
νὰ τὰ τυλίξουν μὲ ἐπιμέλεια καὶ νὰ τὰ βάλουν τακτοποιημένα σ ̓ ἕνα
μέρος.
Ἀλλὰ τί θὰ ἔκαναν;
Θ ̓ ἅρπαζαν ὅπως-ὅπως τὸ σῶμα καὶ θά φευγαν γρήγορα.
Γι ̓ αὐτὸ ἄλλωστε προηγουμένως ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης εἶπε ὅτι
Τὸν ἔθαψαν μὲ πολλὴ σμύρνα ποὺ κολλάει τὰ ὀθόνια πάνω στὸ
σῶμα, ὅπως τὸ μολύβι τὰ μέταλλα, καὶ δὲν ἦταν καθόλου εὔκολο νὰ
ξεκολλήσουν ὥστε ὅταν ἀκούσεις ὅτι τὰ σουδάρια βρέθηκαν μόνα
τους, νὰ μὴν ἀνεχθεῖς ἐκείνους ποὺ λένε ὅτι ἐκλάπη. Θὰ πρέπει νὰ
ἦταν βέβαια πολὺ ἠλίθιος ὁ κλέφτης, ὥστε νὰ σπαταλήσει γιὰ ἕνα
περιττὸ πράγμα τόση προσπάθεια.
Γιὰ ποιὸ σκοπὸ θ ̓ ἄφηνε τὰ σουδάρια;
Καὶ πῶς ἦταν δυνατὸ νὰ ξεφύγει τὴν ὥρα ποὺ θὰ ἔκανε αὐτὴ τὴν
ἐργασία;
Γιατὶ ἀσφαλῶς θὰ δαπανοῦσε πολὺ χρόνο καὶ ἦταν φυσικὸ
καθυστερώντας νὰ συλληφθεῖ ἐπ ̓ αὐτοφώρῳ.
Ἀλλὰ καὶ τὰ ὀθόνια γιατί κείτονται χωριστὰ καὶ χωριστά, τὸ
σουδάριο, τυλιγμένο μάλιστα;
Γιὰ νὰ βεβαιωθεῖς ὅτι δὲν ἦταν ἔργο βιαστικῶν οὔτε ἀνήσυχων
κλεφτῶν τὸ νὰ τοποθετήσουν χωριστὰ ἐκεῖνα καὶ χωριστὰ τοῦτο
τυλιγμένο.
Κι ἀπὸ ἐδῶ λοιπὸν ἀποδεικνύεται ἀπίθανη ἡ κλοπή.



Ἄλλωστε καὶ οἱ ἴδιοι οἱ Ἑβραῖοι τὰ σκέφθηκαν ὅλα αὐτὰ καὶ γι ̓
αὐτὸ ἔδωσαν χρήματα στοὺς φρουροὺς λέγοντας: «Πεῖτε σεῖς πὼς
Τὸν ἔκλεψαν, κι ἐμεῖς θὰ τὰ κανονίσουμε μὲ τὸν ἡγεμόνα».
Ὑποστηρίζοντας ὅτι οἱ μαθηταὶ Τὸν ἔκλεψαν ἐπικυρώνουν καὶ μ ̓
αὐτὸ πάλι τὴν Ἀνάσταση, γιατὶ ἔτσι ὁμολογοῦν πάντως ὅτι τὸ σῶμα
δὲν ἦταν ἐκεῖ.
Ὅταν ὅμως αὐτοὶ οἱ ἴδιοι βεβαιώνουν ὅτι τὸ σῶμα δὲν ἦταν ἐκεῖ,
ἐνῷ ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ ἡ κλοπὴ ἀποδεικνύεται ψευδὴς καὶ ἀπίθανη
ἀπὸ τὴ σχολαστικὴ φρούρηση καὶ τὶς σφραγίδες τοῦ τάφου καὶ τὰ
ὀθόνια καὶ τὸ σουδάριο καὶ τὴ δειλία τῶν μαθητῶν, ἀναμφισβήτητα
προβάλλει καὶ ἀπὸ τὰ δικά τους τὰ λόγια ἡ ἀπόδειξη τῆς
Ἀναστάσεως.
Ρωτᾶνε ὅμως πολλοί: Γιατί μόλις ἀναστήθηκε νὰ μὴ φανερωθεῖ
ἀμέσως στοὺς Ἰουδαίους;
Αὐτὸς ὁ λόγος εἶναι περιττός.
Ἂν ὑπῆρχε ἐλπίδα νὰ τοὺς ἑλκύσει στὴν πίστη, δὲν θ ̓ ἀμελοῦσε νὰ
φανερωθεῖ σὲ ὅλους.
Ἀλλὰ ὅτι δὲν ὑπῆρχε τέτοια ἐλπίδα τὸ ἀπέδειξε ἡ ἀνάσταση τοῦ
Λαζάρου: Ἂν καὶ ἦταν ἤδη τέσσερις μέρες νεκρὸς καὶ εἶχε ἀρχίσει
νὰ μυρίζει καὶ νὰ σαπίζει, τὸν ἀνέστησε μπροστὰ στὰ μάτια ὅλων.
Παρὰ ταῦτα, ὄχι μόνο δὲν ἑλκύστηκαν στὴν πίστη, ἀλλὰ καὶ
ἐξαγριώθηκαν ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ, ὥστε ἤθελαν νὰ σκοτώσουν κι
Αὐτὸν καὶ τὸν Λάζαρο.
Ἀφοῦ λοιπὸν ἄλλων ἀνάστησε καὶ ὄχι μόνο δὲν πίστεψαν, ἀλλὰ καὶ
ἐξαγριώθηκαν ἐναντίον Του, ἂν ὁ ἴδιος μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του
τοὺς φανερωνόταν, δὲν θὰ ἐξαγριώνονταν πολὺ περισσότερο
τυφλωμένοι ἀπὸ τὸ μίσος καὶ τὴν ἀπιστία τους;
Ἀλλὰ γιὰ ν ̓ ἀφοπλίσει τὸν ἄπιστο ἀπὸ κάθε ἀμφιβολία, ὄχι μόνο
σαράντα ὁλόκληρες ἡμέρες ἐμφανιζόταν στοὺς μαθητές Του καὶ
ἔτρωγε μάλιστα μαζί τους, ἀλλὰ παρουσιάσθηκε καὶ σὲ πάνω ἀπὸ
πεντακόσιους ἀδελφούς, δηλ. σὲ πλῆθος ὁλόκληρο.



Στὸ Θωμᾶ μάλιστα πoὺ δυσπιστοῦσε, ἔδειξε τὰ σημάδια ἀπ ̓ τὰ
καρφιὰ καὶ τὸ τραῦμα ἀπ ̓ τὴ λόγχη.
Καὶ γιατί, λένε, νὰ μὴν κάνει μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του μεγάλα κι
ἐντυπωσιακὰ θαύματα, ὅλα μόνο ἔφαγε καὶ ἤπιε;
Γιατὶ αὐτὴ καθ ̓ ἐαυτὴ ἡ Ἀνάσταση ἦταν τὸ μέγιστο θαῦμα, καὶ ἡ πιὸ
ἰσχυρὴ ἀπόδειξη τῆς Ἀναστάσεως ἦταν ὅτι ἔφαγε καὶ ἤπιε.
Μά, γιὰ σκέψου, ἂν οἱ ἀπόστολοι δὲν ἔβλεπαν τὸν Χριστὸ
Ἀναστάντα, πῶς τοὺς ᾖρθε νὰ φαντασθοῦν ὅτι θὰ κυριέψουν τὴν
οἰκουμένη; Μήπως τρελάθηκαν ὥστε νὰ νομίζουν ὅτι θὰ
κατόρθωναν κάτι τέτοιο;
Ἂν ὅμως ἦταν στὰ λογικά τους, ὅπως ἔδειξαν καὶ τὰ πράγματα, πῶς,
χωρὶς ἀξιόπιστα ἐχέγγυα ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς καὶ χωρὶς θεία δύναμη,
πῶς, πές μου, θ ̓ ἀποφάσιζαν νὰ βγοῦν σὲ τόσους πολέμους, νὰ τὰ
βάλουν μὲ στεριὲς καὶ θάλασσες καί, δώδεκα ὅλοι κι ὅλοι, ν ̓
ἀγωνισθοῦν μὲ τόση γενναιότητα γιὰ νὰ μεταβάλουν ὅλης τῆς
οἰκουμένης τὰ ἔθνη, ποὺ ἦταν ἐπὶ τόσα χρόνια νέκρα ἀπ ̓ τὴν
ἁμαρτία;
Καὶ ἂν ἀκόμη ἦταν ἔνδοξοι καὶ πλούσιοι καὶ δυνατοὶ καὶ
μορφωμένοι, οὔτε τότε θὰ ἦταν λογικὸ νὰ ξεσηκωθοῦν γιὰ τόσο
μεγαλεπήβολα σχέδια. Ἀλλὰ ἐπιτέλους θὰ εἶχε κάποιο λόγο ἡ
προσδοκία τους.
Αὐτοὶ ὅμως εἶχαν περάσει τὴ ζωή τους ἄλλοι στὶς λίμνες, ἄλλοι
κατασκευάζοντας σκηνὲς κι ἄλλοι στὰ τελωνεῖα. Ἀπ ̓ αὐτὰ τὰ
ἐπαγγέλματα δὲν ὑπάρχει σχεδὸν τίποτε πιὸ ἄχρηστο καὶ γιὰ τὴ
φιλοσοφία καὶ γιὰ νὰ πείσεις κάποιον νὰ σκέπτεται ἀνώτερα, ὅταν
μάλιστα δὲν ἔχεις νὰ τοῦ ἐπιδείξεις ἀνάλογο προηγούμενο.
Πόσο μᾶλλον ποὺ οἱ ἀπόστολοι, ὄχι μόνο δὲν εἶχαν ἀνάλογα
παραδείγματα ἀπ ̓ τὸ παρελθόν, ὅτι θὰ ἐπικρατήσουν, ἀλλὰ ἀντίθετα
εἶχαν παραδείγματα, καὶ μάλιστα πρόσφατα, ὅτι δὲν θὰ
ἐπικρατήσουν.



Εἶχαν ἐπιχειρήσει πολλοὶ νὰ εἰσαγάγουν καινούργιες διδασκαλίες,
ἀλλὰ ἀπέτυχαν. Κι ὄχι μὲ δώδεκα ἀνθρώπους, μὰ μὲ πολὺ πλῆθος. Ὁ
Θευδᾶς κι ὁ Ἰούδας π.χ. ἔχοντας ὁλόκληρες μάζες ἀνθρώπων
χάθηκαν μαζὶ μὲ τοὺς ὀπαδούς των.
Ὁ φόβος ἐκεῖνος θὰ ἦταν ἀρκετὸς νὰ τοὺς διδάξει.
Ἀλλὰ ἂς ὑποθέσουμε ὅτι περίμεναν νὰ κυριαρχήσουν. Μὲ ποιὲς
ἐλπίδες θὰ ἔμπαιναν σὲ τέτοιους κινδύνους, ἂν δὲν ἀπέβλεπαν στὰ
μέλλοντα ἀγαθά;
Τί κέρδος προσδοκοῦσαν μὲ τὸ νὰ ὁδηγήσουν ὅλους στὸν μὴ
Ἀναστάντα, καθὼς ἰσχυρίζονται οἱ ἐχθροί;
Ἂν τώρα ἄνθρωποι ποὺ πίστεψαν στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν καὶ
στὰ ἀμέτρητα ἀγαθὰ δύσκολα δέχονται νὰ κινδυνέψουν, πῶς ἐκεῖνοι
θὰ ὑπέμεναν τὰ πάνδεινα ματαίως ἢ μᾶλλον γιὰ κακό τους;
Γιατί ἂν δὲν ἔγινε ἡ Ἀνάσταση, ποὺ ἔγινε, κι ὁ Χριστὸς δὲν ἀνέβηκε
στὸν οὐρανό, τότε προσπαθώντας νὰ τὰ πλάσουν ὅλα αὐτὰ καὶ νὰ
πείσουν τοὺς ἄλλους, ἔμελλαν ὁπωσδήποτε νὰ προκαλέσουν τὴν
ὀργὴ τοῦ θεοῦ καὶ νὰ περιμένουν μύριους κεραυνοὺς ἀπ ̓ τὸν
οὐρανό.
Ἄλλωστε κι ἂν ἀκόμη εἶχαν μεγάλη προθυμία ὅταν ζοῦσε ὁ
Χριστός, θὰ ἔσβηνε μόλις πέθανε.
Ἂν δὲν Τὸν ἔβλεπαν ἀναστημένο, τί θὰ ἦταν ἱκανὸ νὰ τοὺς βγάλει σ ̓
ἐκεῖνο τὸν πόλεμο;
Ἂν δὲν εἶχε ἀναστηθεῖ, ὄχι μόνο δὲv θὰ ριψοκινδύνευαν γι ̓ Αὐτόν,
μὰ θὰ τὸν θεωροῦσαν ἀπατεῶνα: τοὺς εἶχε πεῖ «μετὰ τρεῖς ἡμέρες θ ̓
ἀναστηθῶ» καὶ τοὺς ὑποσχέθηκε τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Τοὺς
εἶπε ὅτι ἀφοῦ λάβουν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ κυριαρχήσουν στὴν
οἰκουμένη κι ἀκόμη τόσα ἄλλα ὑπερφυσικὰ καὶ οὐράνια. Ἂν τίποτε
ἀπ ̓ αὐτὰ δὲν γινόταν, ὅσο κι ἂν Τὸν πίστευαν ζωντανό, πεθαμένο
δὲν θὰ Τὸν ὑπάκουαν φυσικά, ἂν δὲν Τὸν ἔβλεπαν Ἀναστάντα.
Καὶ μὲ τὸ δίκιο τους, γιατί θὰ ἔλεγαν: «Μετὰ τρεῖς ἡμέρες», μᾶς
εἶπε, «θ ̓ ἀναστηθῶ», καὶ δὲν ἀναστήθηκε. Ὑποσχέθηκε νὰ μᾶς



στείλει Πνεῦμα Ἅγιο, καὶ δὲν τὸ ἔστειλε. Πῶς λοιπὸν νὰ Τὸν
πιστέψουμε γιὰ τὰ μέλλοντα, ἀφοῦ διαψεύδονται τὰ παρόντα;
Ἀλλὰ γιὰ πές μου, σὲ παρακαλῶ, γιὰ ποῖο λόγο, χωρὶς ν ̓ ἀναστηθεῖ,
κήρυτταν ὅτι ἀναστήθηκε; Γιατί, λέει, Τὸν ἀγαποῦσαν. Μὰ τὸ
λογικὸ θὰ ἦταν νὰ Τὸν μισοῦν τώρα, ἐπειδὴ τοὺς ἐξαπάτησε καὶ
τοὺς πρόδωσε. Ἐνῷ τοὺς ξεμυάλισε μὲ χίλιες δυὸ ἐλπίδες καὶ τοὺς
χώρισε ἀπ ̓ τὰ σπίτια τους κι ἀπ ̓ τοὺς γονεῖς τους κι ἀπ ̓ ὅλα καὶ
ξεσήκωσε κι ὁλόκληρο τὸ ἰουδαϊκὸ ἔθνος ἐναντίον τους, ὕστερα
τοὺς πρόδωσε. Κι ἂν μὲν ἦταν ἀπὸ ἀδυναμία, θὰ Τὸν συγχωροῦσαν.
Τώρα ὅμως ἦταν σωστὸ κακούργημα: Ἔπρεπε νὰ τοὺς εἶχε πεῖ τὴν
ἀλήθεια καὶ ὄχι νὰ τοὺς ὑποσχεθεῖ τὸν οὐρανό, ἀφοῦ ἦταν θνητός.
Ὥστε λοιπὸν ἦταν φυσικὸ νὰ κάνουν τὸ ἐντελῶς ἀντίθετο: Νὰ
κηρύττουν τὴν ἀπάτη καὶ νὰ Τὸν λένε ἀπατεώνα καὶ μάγο. Ἔτσι θὰ
γλίτωναν κι ἀπὸ τοὺς κινδύνους κι ἀπὸ τοὺς πολέμους τῶν
ἀντίπαλων.
Ὅλοι ξέρουν ὅτι οἱ Ἰουδαῖοι ἀναγκάστηκαν νὰ δωροδοκήσουν τοὺς
στρατιῶτες, γιὰ νὰ ποῦν ὅτι ἔκλεψαν τὸ σῶμα ἂν λοιπὸν πήγαιναν οἱ
ἴδιοι οἱ μαθηταὶ κι ἔλεγαν, «ἐμεῖς τὸ κλέψαμε, δὲν ἀναστήθηκε»,
πόσες τιμὲς δὲν θ ̓ ἀπολάμβαναν;
Ὥστε ἦταν στὸ χέρι τους καὶ νὰ τιμηθοῦν καὶ νὰ στεφανωθοῦν! Ἔ,
λοιπὸν δὲν ἀναρωτιέσαι γιατί ν ̓ ἀνταλλάξουν ὅλα αὐτὰ μὲ τὶς
ἀτιμίες καὶ τοὺς κινδύνους, ἂν δὲν ἦταν μία θεία δύναμη ποὺ τοὺς
βεβαίωνε, δυνατότερη ἀπ ̓ ὅλα αὐτὰ τὰ γήϊνα ἀγαθά;
Κι ἂν μὲ ὅλα αὐτὰ δὲν σὲ πείσαμε, σκέψου καὶ τοῦτο: Ἔστω ὅτι δὲν
εἶχε γίνει ἡ Ἀνάσταση. Κι ἂν ἀκόμη οἱ ἀπόστολοι ἦταν
ἀποφασισμένοι νὰ διδάξουν τὸν κόσμο, ἐπ ̓ οὐδενὶ λόγῳ θὰ
κήρυτταν στὸ ὄνομά Του. Γιατὶ εἶναι γνωστό, πὼς ὅλοι μας δὲν
θέλουμε οὔτε τὰ ὀνόματα ν ̓ ἀκούσουμε, ὅσων μᾶς ἐξαπάτησαν.
Ἄλλωστε γιατί θὰ διατυμπάνιζαν τὸ ὄνομά Του; Ἐλπίζοντας νὰ
ἐπικρατήσουν μ ̓ αὐτό; Μὰ θὰ ἔπρεπε νὰ περιμένουν τὸ ἀντίθετο,



γιατὶ κι ἂν ἔμελλαν νὰ κυριαρχήσουν θὰ χάνονταν φέρνοντας στὴ
μέση τὸ ὄνομα ἑνὸς ἀπατεῶνα.
Ἂς θυμηθοῦμε ἐξ ἄλλου ὅτι ἡ ἀγάπη τῶν μαθητῶν πρὸς τὸν
Διδάσκαλο, ἐνῷ ζοῦσε ἀκόμη, μαραινόταν σιγὰ-σιγὰ ἀπ ̓ τὸν φόβο
τοῦ ἐπικείμενου μαρτυρίου.
Ὅταν τοὺς προανήγγειλε τὰ δεινὰ ποὺ θ ̓ ἀκολουθοῦσαν καὶ τὸν
σταυρό, πάγωσαν ἀπ ̓ τὸν φόβο τους κι ἔσβησαν τελείως. Ἕνας
μάλιστα δὲν ἤθελε οὔτε κἂν νὰ Τὸν ἀκολουθήσει στὴν Ἰουδαία,
ἐπειδὴ ἄκουσε γιὰ κινδύνους καὶ γιὰ θανάτους. Ἂν μαζὶ μὲ τὸν
Χριστὸ φοβόταν τὸν θάνατο, χωρὶς Αὐτὸν καὶ τοὺς ἄλλους μαθητάς,
μόνος δηλαδή, πῶς θ ̓ ἀποτολμοῦσε;
Ἐπὶ πλέον: Πίστευαν ὅτι θὰ πεθάνει μέν, ἀλλὰ θ ̓ ἀναστηθεῖ κι ὅμως
ὑπέφεραν τόσο. Ἂν δὲν τὸν ἔβλεπαν Ἀναστημένο, πῶς δὲν θὰ
ἐξαφανίζονταν καὶ δὲν θὰ ζητοῦσαν ν ̓ ἀνοίξει ἡ γῆ νὰ τοὺς καταπιεῖ
ἀπ ̓ τὴν ἀπελπισία τους γιὰ τὴν ἀπάτη κι ἀπ ̓ τὴ φρίκη γιὰ τὰ
ἐπερχόμενα; Θ ̓ ἀντιμετώπιζαν τώρα τὴν κατακραυγὴ γιὰ τὴν
ἀδιαντροπιά τους. Τί θὰ εἶχαν νὰ πoῦν;
Τὸ πάθος τὸ ἤξερε ὅλος ὁ κόσμος: Τὸν κρέμασαν σὲ ψηλὸ ἰκρίωμα,
ἦταν μέρα μεσημέρι, μέσα στὴν πρωτεύουσα καὶ στὴν πιὸ μεγάλη
γιορτὴ ποὺ κανένας δὲν ἦταν δυνατὸ ν ̓ ἀπουσιάζει.
Τὴν Ἀνάσταση ὅμως δὲν τὴν εἶδε κανεὶς ἀπ ̓ τοὺς ἄλλους. Κι αὐτὸ
δὲν ἦταν μικρὸ ἐμπόδιο γιὰ νὰ τοὺς πείσουν. Πῶς λοιπὸν θὰ
μποροῦσαν νὰ βεβαιώσουν στεριὰ καὶ θάλασσα γιὰ τὴν Ἀνάσταση;
Καὶ γιατί, πές μου, ἀφοῦ σώνει καὶ καλὰ ἤθελαν νὰ τὸ κάνουν αὐτό,
δὲν ἐγκατέλειπαν τὴν Ἰουδαία ἀμέσως, νὰ πᾶνε στὶς ξένες χῶρες;
Ἀλλὰ δὲν θαυμάζεις ὅτι ἔπεισαν πολλοὺς καὶ μέσα στὴν Ἰουδαία;
Εἶχαν τὴν τόλμη νὰ παρουσιάσουν τὰ τεκμήρια τῆς Ἀναστάσεως
στοὺς ἴδιους τοὺς φονεῖς, σ ̓ ἐκείνους ποὺ Τὸν σταύρωσαν καὶ Τὸν
ἔθαψαν, στὴν ἴδια τὴν πόλη ὅπου ἀποτολμήθηκε τὸ φοβερὸ
κακούργημα. Ὥστε καὶ ὅλοι οἱ ἔξω ν ̓ ἀποστομωθοῦν. Γιατὶ ὅταν οἱ



«σταυρώσαντες» γίνονται «πιστεύσαντες», τότε καὶ ἡ παρανομία τῆς
σταυρώσεως βεβαιώνεται καὶ λάμπει ἡ ἀπόδειξη τῆς Ἀναστάσεως.
Γιὰ νὰ ἑλκύονται ὅμως τὰ πλήθη σημαίνει πὼς οἱ μαθηταὶ ἔκαναν
θαύματα. Ἂν ὅμως δὲν ἀναστήθηκε καὶ μένει νεκρός, πῶς οἱ
ἀπόστολοι θαυματουργοῦσαν στὸ ὄνομά Του;
Πῶς πάλι, ἂν δὲν ἔκαναν θαύματα, ἔπειθαν;
Καὶ ἂν μὲν ἔκαναν -καὶ βεβαίως ἔκαναν- εἶχαν Θεοῦ δύναμη. Ἂν
ὅμως δὲν ἔκαναν καὶ ἐν τούτοις κυριαρχοῦσαν παντοῦ, θὰ ἦταν
ἀκόμη πιὸ ἀξιοθαύμαστο. Θὰ ἦταν τὸ μέγιστο θαῦμα, ἂν χωρὶς
θαύματα διέσχιζαν καὶ κυρίευαν τὴν οἰκουμένη δώδεκα φτωχοὶ καὶ
ἀγράμματοι ἄνθρωποι.
Ἀσφαλῶς οὔτε μὲ τὰ πλούτη οὔτε μὲ τὴ σοφία τους ἐπεκράτησαν οἱ
ψαράδες. Ὥστε καὶ χωρὶς νὰ θέλουν κηρύττουν ὅτι μέσα τους
ἐνεργοῦσε ἡ θεία δύναμη τῆς Ἀναστάσεως. Γιατὶ εἶναι τελείως
ἀδύνατο ἀνθρώπινη δύναμη νὰ κατορθώσει ποτὲ τέτοια ἐκπληκτικὰ
πράγματα.
Προσέξτε μὲ πολὺ ἐδῶ, γιατί αὐτὰ εἶναι ἀναμφισβήτητες ἀποδείξεις
τῆς Ἀναστάσεως.
Γι ̓ αὐτὸ καὶ θὰ ἐπαναλάβω πάλι: Ἂν δὲν ἀναστήθηκε, πῶς ἔγιναν
ἀργότερα στὸ ὄνομά Του μεγαλύτερα θαύματα; Κανεὶς βέβαια δὲν
κάνει μετὰ τὸν θάνατό Του μεγαλύτερα θαύματα ἀπ ̓ ὅσα ὅταν
ζοῦσε. Ἐνῷ ἐδῶ μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Χριστοῦ γίνονται θαύματα
μεγαλύτερα καὶ κατὰ τὸν τρόπο καὶ κατὰ τὴ φύση: Κατὰ τὴ φύση
ἦταν μεγαλύτερα, γιατί ποτὲ ἡ σκιὰ τοῦ Χριστοῦ δὲν
θαυματούργησε. Ἐνῷ οἱ σκιὲς τῶν ἀποστόλων ἔκαναν πολλὰ
θαύματα. Κατὰ τὸν τρόπο πάλι ἦταν μεγαλύτερα, ἐπειδὴ τότε μὲν ὁ
ἴδιος ὁ Κύριος πρόσταζε καὶ θαυματουργοῦσε. Μετὰ τὴ Σταύρωση
ὅμως καὶ τὴν Ἀνάστασή Του οἱ δοῦλοι Του ἐπικαλούμενοι ἁπλῶς τὸ
σεβάσμιο καὶ ἅγιο ὄνομά Του μεγαλύτερα καὶ ἐκπληκτικότερα
ἐπιτελοῦσαν. Ἔτσι δοξαζόταν κι ἀκτινοβολοῦσε πιὸ πολὺ ἡ δύναμή
Του.



Γι ̓ αὐτὸ οἱ ἅγιοι Πατέρες ὅρισαν νὰ διαβάζονται ἀμέσως μετὰ τὸν
Σταυρὸ καὶ τὴν Ἀνάστασή Του, οἱ «Πράξεις» ποὺ περιγράφουν τὰ
θαύματα τῶν ἀποστόλων καὶ κατ ̓ ἐξοχὴν ἐπικυρώνουν τὴν
Ἀνάσταση, γιὰ νὰ ἔχουμε σαφῆ καὶ ἀναμφισβήτητη τῆς
Ἀναστάσεως τὴν ἀπόδειξη: Δὲν Τὸν εἶδες Ἀναστάντα μὲ τὰ μάτια
τοῦ σώματος; Ἀλλὰ Τὸν βλέπεις μὲ τὰ μάτια τῆς Πίστεως. Δὲν Τὸν
εἶδες μὲ τὰ «ὄμματα» τοῦτα; Θὰ Τὸν δεῖς μὲ τὰ θαύματα ἐκεῖνα.
Τῶν θαυμάτων ἡ ἐπίδειξη σὲ χειραγωγεῖ στῆς Ἀναστάσεως τὴν
ἀπόδειξη.
Θέλεις ὅμως νὰ δεῖς καὶ τώρα θαύματα; Θὰ σοῦ δείξω. Καὶ μάλιστα
πιὸ μεγάλα ἀπ ̓ τὰ προηγούμενα: Ὄχι ἕνα νεκρὸ ν ̓ ἀνασταίνεται, ὄχι
ἕνα τυφλὸ νὰ ξαναβλέπει, ἀλλὰ τὴ γῆ ὁλόκληρη νὰ ἐγκαταλείπει τὸ
σκοτάδι τῆς πλάνης.
Μεγίστη ἀπόδειξη τῆς Ἀναστάσεως εἶναι ὅτι ὁ Ἐσφαγμένος Χριστὸς
ἔδειξε μετὰ τὸν θάνατο τόση δύναμη, ὥστε ἔπεισε τοὺς ζωντανοὺς
νὰ περιφρονήσουν καὶ πατρίδα καὶ σπίτι καὶ φίλους καὶ συγγενεῖς
καὶ τὴν ἴδια τὴ ζωή τους γιὰ χάρη Του καὶ νὰ προτιμήσουν
μαστιγώσεις καὶ κινδύνους καὶ θάνατο.
Αὐτὰ δὲν εἶναι κατορθώματα νεκροῦ κλεισμένου στὸν τάφο, ἀλλὰ
ἀναστημένου καὶ ζωντανοῦ.
Πρόσεξε παρακαλῶ: Οἱ ἀπόστολοι, ὅταν μὲν ζοῦσε ὁ Διδάσκαλος
ἀπὸ τὸν φόβο τους Τὸν πρόδωσαν κι ἐξαφανίσθηκαν ὅλοι. Ὁ Πέτρος
μάλιστα Τὸν ἀρνήθηκε μὲ ὅρκο τρεῖς φορές.
Ὅταν ὅμως πέθανε ὁ Χριστός, αὐτὸς ποὺ Τὸν ἀρνήθηκε τρεῖς φορὲς
καὶ πανικοβλήθηκε μπροστὰ σὲ μίαν ὑπηρετριούλα, τόσο ἀπότομα
ἄλλαξε, ὥστε ν ̓ ἀψηφήσει ὁλόκληρο λαὸ καὶ μέσ ̓ στὴ μέση του
Ἰουδαϊκοῦ ὄχλου νὰ διακηρύξει ὅτι ὁ Σταυρωθεὶς καὶ Ταφεὶς
ἀναστήθηκε ἐκ νεκρῶν τὴν τρίτη ἡμέρα καὶ ὅτι ἀνέβηκε στὰ
οὐράνια. Καὶ τὰ κήρυξε ὅλα αὐτὰ χωρὶς νὰ ὑπολογίσει τὴ φοβερὴ
μανία τῶν ἐχθρῶν καὶ τὶς συνέπειες.



Ποῦ βρῆκε αὐτὸ τὸ θάρρος; Ποῦ ἀλλοῦ, παρὰ στὴν Ἀνάσταση. Τὸν
εἶδε καὶ συνομίλησε μαζί Του καὶ ἄκουσε γιὰ τὰ μέλλοντα ἀγαθά, κι
ἔτσι ἔλαβε δύναμη νὰ πεθάνει γι ̓ Αὐτὸν καὶ νὰ σταυρωθεῖ μὲ τὴν
κεφαλὴ πρὸς τὰ κάτω.
Τὸ ἐξόχως σπουδαῖο εἶναι ὅτι ὄχι μόνο ὁ Πέτρος καὶ ὁ Παῦλος καὶ οἱ
λοιποὶ ἀπόστολοι, ἄλλα, καὶ ὁ Ἰγνάτιος, ποὺ οὔτε κὰν Τὸν εἶδε οὔτε
ἀπόλαυσε τὴ συντροφιά Του, ἔδειξε τόση προθυμία γιὰ χάρη Του,
ὥστε γι ̓ Αὐτὸν πρόσφερε θυσία τὴ ζωή του. Καὶ μόνο ὁ Ἰγνάτιος
καὶ οἱ ἀπόστολοι; Καὶ γυναῖκες καταφρονοῦν τὸν θάνατο, πού, πρὶν
ἀναστηθεῖ ὁ Χριστός, ἦταν φοβερὸς καὶ φρικώδης ἀκόμη καὶ σὲ
ἄνδρες καὶ μάλιστα ἁγίους.
Ποιὸς τοὺς ἔπεισε ὅλους αὐτοὺς νὰ περιφρονήσουν τὴν παροῦσα
ζωή;
Φυσικὰ δὲν εἶναι κατόρθωμα ἀνθρώπινης δυνάμεως νὰ πειστοῦν
τόσες μυριάδες, ὄχι μόνο ἀνδρῶν, ἀλλὰ καὶ γυναικῶν καὶ παρθένων
καὶ μικρῶν παιδιῶν, νὰ πειστοῦν νὰ θυσιάσουν τὴν παροῦσα ζωή, νὰ
τὰ βάλουν μὲ θηρία, νὰ περιγελάσουν τὴ φωτιά, νὰ καταπατήσουν
κάθε εἶδος τιμωρίας καὶ νὰ σπεύσουν πρὸς τὴ μέλλουσα ζωή!
Καὶ ποιός, παρακαλῶ, τὰ κατόρθωσε ὅλ ̓ αὐτά; Ὁ νεκρός; Ἀλλὰ
τόσοι νεκροὶ ὑπῆρξαν καὶ κανένας δὲν ἔκανε τέτοια πράγματα.
Μήπως ἦταν μάγος καὶ ἀγύρτης; Πλῆθος μάγοι καὶ ἀγύρτες καὶ
πλάνοι πέρασαν, ἄλλα ξεχάστηκαν ὅλοι, χωρὶς ν ̓ ἀφήσουν τὸ
παραμικρὸ ἴχνος μαζὶ μὲ τὴ ζωή τους ἔσβησαν κι οἱ μαγγανεῖες τους.
Ἡ φήμη ὅμως κι ἡ δόξα κι οἱ πιστοί τοῦ Χριστοῦ κάθε μέρα
αὐξάνουν κι ἁπλώνονται σ ̓ ὅλη τὴν οἰκουμένη.
Οἱ ἄπιστοι φρίττουν κι οἱ πιστοὶ διακηρύττουν:
Χριστὸς ἀνέστη! Ἀληθῶς ἀνέστη!

 Λόγος εις την Ταφή και την εις Άδου Κάθοδο του Κυρίου μας
Ιησού Χριστού
Σένα Αδάμ, σε προστάζω: σήκω από τον αιώνιο ύπνο σου. Δεν σε
έπλασα, για να μένης φυλακισμένος στον Άδη. Ανάστα εκ των
νεκρών. Γιατί εγώ είμαι η ζωή των θνητών. Σήκω επάνω, πλάσμα



δικό μου, σήκω επάνω συ που είσαι η μορφή μου, που σε
δημιούργησα κατ’ εικόνα μου. Σήκω να φύγουμε από εδώ.
(...) Γιατί απέραντη σιωπή βασιλεύει σήμερα στη γη; μεγάλη σιωπή
και πολλή ηρεμία. Μεγάλη σιωπή, γιατί ο βασιλεύς κοιμάται. Η γη
φοβήθηκε και ησύχασε, γιατί ο Θεός με το σώμα κοιμήθηκε. Ο Θεός
με το σώμα πέθανε και ο Άδης ετρόμαξε. Ο Θεός για λίγο
κοιμήθηκε και αυτούς που κοιμόνταν αιώνες, από τον Άδη ανέστησε
(...).
Σήμερα σώζονται και αυτοί που ζουν επάνω στη γη και αυτοί που
αιώνες τώρα βρίσκονται κάτω από τη γη. Σήμερα σώζεται όλος ο
κόσμος, ορατός και αόρατος. Σήμερα είναι διπλή η παρουσία του
Δεσπότου Χριστού. Διπλή ευσπλαχνία. Διπλή κατάβασις μαζί και
συγκατάβασις. Διπλή φιλανθρωπία. Διπλή επίσκεψις στους
ανθρώπους. Από τον ουρανό στη γη και από τη γη στα κατοχθόνια
κατεβαίνει ο Χριστός. Οι πύλες του Άδου ανοίγονται. Χαρήτε όλοι
εσείς που κοιμάσθε από τους πανάρχαιους αιώνες. (...).
Χτες εζήσαμε στην υποταγή Του, σήμερα την κυριαρχία Του. Χθες
φανερώθηκαν τα σημάδια της ανθρώπινής Του φύσεώς και σήμερα
της θεϊκής. Χθες τον ερράπιζαν και σήμερα με την αστραπή της
θεότητος σχίζει το σκοτεινό κατηκητήριο του Άδου. Χθες τον
έδεναν και σήμερα δένει Αυτός τον τύραννο διάβολο με άλυτα
δεσμά (...).
Εκείνος που χθες, μέσα στην άπειρη συγκατάβασί Του, δεν
εκαλούσε να τον βοηθήσουν οι λεγεώνες των Αγγέλων, λέγοντας
στον Πέτρο, ότι είναι στο χέρι μου να παρατάξω τώρα αμέσως
περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες Αγγέλων, σήμερα κατέρχεται με
τον θάνατο Τον κατά του Άδου και του θανάτου, του τυράννου,
όπως ταιριάζει σε Θεό και Κυρίαρχο, επί κεφαλής των αθανάτων και
ασωμάτων στρατευμάτων και των αοράτων ταγμάτων, όχι με
δώδεκα μόνο λεγεώνες, αλλά με μύριες μυριάδες και χίλιες χιλιάδες
Αγγέλων, Αρχαγγέλων, Εξουσιών, θρόνων, Εξαπτερύγων,



Πολυομμάτων, τα οποία, ως βασιλέα και Κύριο τους, προπέμπουν,
δορυφορούν και τιμούν τον Χριστό (...).
Και καθώς συμβαίνει όταν παρουσιασθή μια φοβερή, αήτητη και
παντοδύναμη βασιλική στρατιωτική παράταξι, φρίκη μαζί και
τρόμος και ταραχή και οδυνηρός φόβος κυριεύει τους εχθρούς του
ακαταγώνιστου Στρατηγού, το ίδιο έγινε ξαφνικά, μόλις
παρουσιάσθηκε τόσο παράδοξα ο Χριστός στα καταχθόνια του Άδη.
Από επάνω μια δυνατή αστραπή ετύφλωνε τα πρόσωπα των
εχθρικών δυνάμεων του Άδη και ταυτόχρονα ακούονταν βροντερές
στρατιωτικές φωνές που διέταζαν: Άρατε πύλας• όχι ανοίξετε, αλλά
ξερριζώστε τις από τα θεμέλια, βγάλτε τις τελείως από τον τόπο
τους. ώστε να μην μπορούν πια να ξανακλείσουν.
Άρατε πύλας οι άρχοντες υμών, όχι γιατί δεν μπορεί να τις ανοίξη ο
Κύριος μας, που όταν θέλη, διατάζει και μπαίνει με κλεισμένες τις
πόρτες, αλλά σας διατάζει, σαν δραπέτες δούλους, να σηκώσετε και
να μεταφέρετε αυτές τις προαιώνιες πύλες. Για τούτο και δεν
διατάζει τους όχλους σας, αλλά σας που παρουσιάζεσθε σαν αρχηγοί
τους: άρατε πύλας, οι άρχοντες υμών. Από τώρα και έπειτα δεν θα
είσθε πια άρχοντες κανενός, παρ’ όλο που κάκιστα κυριαρχήσατε
πάνω στους μέχρι τώρα κεκοιμημένους. Ούτε αυτών θα είσθε πλέον
άρχοντες, ούτε άλλων, ούτε των εαυτών σας ακόμη. Άρατε πύλας,
γιατί ήρθε ο Χριστός, η ουράνια θύρα. Ανοίξετε δρόμο σ’ Αυτόν
που έβαλε το πόδι Του στη φυλακή του Άδη (...).
Και μόλις οι αγγελικές δυνάμεις εβόησαν, την ίδια στιγμή άνοιξαν οι
πύλες! Την ίδια στιγμή έσπασαν οι αλυσίδες και οι μοχλοί. Έπεσαν
τα κλειδιά και συγκλονίσθηκαν τα θεμέλια της φυλακής. Οι εχθρικές
δυνάμεις ετράπησαν σε άτακτη φυγή, ο ένας έσπρωχνε τον άλλο,
άλλος μπερδευόταν στα πόδια του άλλου και καθένας φώναζε στο
διπλανό του να φεύγη γρήγορα. Έφριξαν, συγκλονίσθηκαν, τα



έχασαν, εταράχθηκαν, άλλαξε το χρώμα τους, φοβήθηκαν, στάθηκαν
και απόρησαν, απόρησαν και τρόμαξαν (...).
Κι ενώ αυτά διεδραματίζοντο στον Άδη και εσείοντο τα πάντα, ο δε
Κύριος επλησίαζε να φθάση στα πιο έσχατα βάθη, ο Αδάμ ο
πρωτοδημιούργητος και πρωτόπλαστος και πρωτόθνητος που
βρισκόταν δεμένος γερά και βαθύτερα από όλους, άκουσε τα βήματα
του Κυρίου, που ερχόταν στους φυλακισμένους και αμέσως
ανεγνώρισε την φωνή Του, καθώς επερπατούσε μέσα στη φυλακή.
Στράφηκε τότε προς όλους τους επί αιώνες συγκροτούμενους του
και τους φώναξε: «Ω φίλοι μου! Ακούω να πλησιάζη σ’ εμάς ο ήχος
των βημάτων Κάποιου. Εάν πραγματικά μας αξίωσε να έρθη έως
εδώ, τότε είμαστε ελεύθεροι! Εάν τον ιδούμε ανάμεσά μας,
σωθήκαμε από τον Άδη!».
Και την ώρα που ο Αδάμ έλεγε αυτά προς τους συγκαταδίκους του,
εισέρχεται ο Κύριος, κρατώντας το νικηφόρο όπλο του Σταυρού.
Μόλις τον αντίκρυσε ο Αδάμ, χτύπησε το στήθος από την
χαρούμενη έκπληξι και φώναξε προς όλους τους επί αιώνες
κεκοιμημένους: «Ο Κύριος μου ας είναι μαζί με όλους»! Και ο
Χριστός απάντησε στον Αδάμ: «Και μετά του πνεύματός σου».
Ύστερα τον πιάνει από το χέρι, τον σηκώνει επάνω και του λέει:
Σήκω συ που κοιμάσαι και ανάστα από τους νεκρούς, γιατί σε
καταρτίζει ο Χριστός! Εγώ ο Θεός, που για χάρι σου έγινα υιός σου,
έχοντας δικούς μου πλέον και σένα και τους απογόνους σου, με την
θεϊκή εξουσία μου δίνω ελευθερία και λέω στους φυλακισμένους:
εξέλθετε.
Σένα Αδάμ, σε προστάζω: σήκω από τον αιώνιο ύπνο σου. Δεν σε
έπλασα, για να μένης φυλακισμένος στον Άδη. Ανάστα εκ των
νεκρών. Γιατί εγώ είμαι η ζωή των θνητών. Σήκω επάνω, πλάσμα
δικό μου, σήκω επάνω συ που είσαι η μορφή μου, που σε
δημιούργησα κατ’ εικόνα μου. Σήκω να φύγουμε από εδώ. Γιατί συ
είσαι μέσα σε μένα και εγώ μέσα σε σένα! Για σένα ο Κύριος έλαβε



τη δική σου μορφή του δούλου. Για δική σου χάρι, εγώ που
βρίσκομαι ψηλότερα από τους ουρανούς, κατέβηκα στη γη και πιο
κάτω από τη γη. Για σένα τον άνθρωπο έγινα σαν ένας
ανυπεράσπιστος άνθρωπος, βρέθηκα χωρισμένος κι εγώ από τη ζωή,
ανάμεσα σ’ όλους τούς άλλους νεκρούς. Για σένα που βγήκες μέσα
από τον κήπο του παραδείσου, μέσα σε κήπο παραδόθηκα στους
Ιουδαίους και μέσα σε κήπο εσταυρώθηκα.
Κύτταξε στο πρόσωπο μου τα φτυσίματα, που καταδέχθηκα προς
χάριν σου, για να σε αποκαταστήσω στην παλαιά σου δόξα, που σου
είχα δώσει με το εμφύσημά μου. Κύτταξε στα μάγουλά μου τα
ραπίσματα που καταδέχθηκα, για να επανορθώσω την διεστραμμένη
μορφή σου και να την φέρω στην όψι που είχε σαν εικόνα μου.
Κύτταξε στη ράχη μου τη μαστίγωσι που καταδέχθηκα, για να
διασκορπίσω το φορτίο των αμαρτημάτων σου. Κύτταξε τα
καρφωμένα χέρια μου, που τα άπλωσα καλώς επάνω στο ξύλο του
Σταυρού, για να συχωρεθής συ που άπλωσες κακώς το χέρι σου στο
απαγορευμένο δένδρο. Κύτταξε τα πόδια μου που καρφώθηκαν και
τρυπήθηκαν στον Σταυρό, για να εξαγνισθούν τα δικά σου πόδια
που έτρεξαν κακώς στο δένδρο της αμαρτίας (...).
Η πληγωμένη πλευρά μου εθεράπευσε τον πόνο της πλευράς σου. Ο
δικός μου ύπνος θα σε βγάλη από τον ύπνο σου μέσα στον Άδη. Η
ρομφαία που χτύπησε έμενα, σταμάτησε τη ρομφαία που στρεφόταν
εναντίον σου. Γι’ αυτό σηκωθήτε, ας φύγουμε από εδώ. Από τον
θάνατο στη ζωή. Από την φθορά στην αφθαρσία. Από το σκοτάδι
στο αιώνιο φως. Από την οδύνη στην ελευθερία. Από τη φυλακή του
Άδη στην άνω Ιερουσαλήμ. Από τα δεσμά στην άνεσι. Από τη
σκλαβιά στην τρυφή του Παραδείσου. Από τη γη στον ουρανό.
Γι’ αυτόν τον σκοπό ο Χριστός απέθανε και ανέστη, για να γίνη
Κύριος και νεκρών και ζώντων. Σηκωθήτε, λοιπόν. Ας φύγουμε από
εδώ. Ο ουράνιος Πατέρας περιμένει με λαχτάρα το χαμένο πρόβατο.



Τα ενενήντα εννέα πρόβατα των αγγέλων περιμένουν τον σύνδουλό
τους Αδάμ, πότε θα αναστηθή, πότε θα ανέλθη καί θα επανέλθη
προς τον Θεό. Ο Χερουβικός θρόνος είναι έτοιμος. Αυτοί που θα
σας ανεβάσουν είναι γρήγοροι και βιάζονται. Ο νυμφικός θάλαμος
έχει προετοιμασθή. Το μεγάλο εορταστικό δείπνο είναι στρωμένο.
Τα θησαυροφυλάκια των αιωνίων αγαθών άνοιξαν. Η Βασιλεία των
Ουρανών έχει ετοιμασθή «από καταβολής κόσμου». Αγαθά που
μάτια δεν τα είδαν και αυτιά δεν τα άκουσαν περιμένουν τον
άνθρωπο.
Αυτά και άλλα παρόμοια είπεν ο Κύριος. Και αμέσως ανασταίνεται
μαζί Του ο ενωμένος σ’ αυτόν Αδάμ και μαζί τους και η Εύα. Ακόμη
δε και «πολλά σώματα δικαίων, που είχαν πεθάνει πριν από αιώνες,
αναστήθηκαν» διακηρύσσοντας την τριήμερο Ανάστασι του
Χριστού. Αυτήν ας την υποδεχθούμε και ας την αγκαλιάσουμε οι
πιστοί με πολλή χαρά, χορεύοντες με τους αγγέλους και εορτάζοντες
με τους αρχαγγέλους και δοξάζοντες τον Χριστό, που μας ανέστησε
από την φθορά. Εις Αυτόν αρμόζει η δόξα και η δύναμις, μαζί με τον
αθάνατο Πατέρα και το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό και
ομοούσιο Πνεύμα, εις όλους τους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
Μετάφραση Αρχιμανδρίτου Ιγνατίου
(Ιερά Μονή Παρακλήτου Αττικής)
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΣΥΝΑΞΗ»

 «Ο ΠΟΛΙΟΥΧΟΣ ΜΑΣ»

ΔΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΚΑΤΑΡΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ
ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΕΝΟΡΙΑΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΝΕΟΤΗΤΟΣ

Ι. ΝΑΟΥ ΑΓ. ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ
ΠΟΛΙΟΥΧΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΕΥΧΟΣ 32

ο ΑΠΡΙΛΙΟΣ – ΜΑΪΟΣ 2021

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΟΜΙΛΙΑ Α' ΣΤΟ ΣΤΑΥΡΟ ΚΑΙ ΤΟ ΛΗΣΤΗ
και για τη δεύτερη παρουσία του Χριστού, και για την αδιάκοπη
προσευχή υπέρ των εχθρών μας.
Σήμερα ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός βρίσκεται πάνω στο σταυρό
και εμείς εορτάζουμε, για να μάθεις ότι ο σταυρός είναι εορτή και
πανήγυρη πνευματική. Γιατί προηγουμένως ο σταυρός ήταν η λέξη
που σήμαινε καταδίκη, τώρα όμως έγινε αντικείμενο τιμής.
Προηγουμένως ήταν σύμβολο καταδίκης, τώρα όμως είναι η
προϋπόθεση της σωτηρίας μας. Γιατί αυτός ο σταυρός μας
προξένησε άπειρα αγαθά, αυτός μας απάλλαξε από την πλάνη της
ειδωλολατρίας, αυτός μας φώτισε ενώ ζούσαμε μέσα στο σκοτάδι,
αυτός μας συμφιλίωσε με το Θεό, ενώ είχαμε γίνει εχθροί του, αυτός
μας έκανε φίλους του, ενώ είχαμε αποξενωθεί άπ' αυτόν, αυτός μας
έφερε κοντά στο Θεό, ενώ ήμαστε μακριά του. Αυτός εξαφάνισε την
έχθρα, αυτός εξασφάλισε την ειρήνη, αυτός έγινε για μας
θησαυροφυλάκιο άπειρων αγαθών. Εξαιτίας του δεν
περιπλανιόμαστε πια στις έρημους, γιατί γνωρίσαμε τον αληθινό
δρόμο. Δε ζούμε πια έξω από τη βασιλεία των ουρανών, γιατί
βρήκαμε την είσοδό της. Δε φοβόμαστε πια τα πυρωμένα βέλη τού
διαβόλου, γιατί είδαμε την πηγή. Χάρη σ' αυτόν δε βρισκόμαστε πια



σε χηρεία, γιατί αποκτήσαμε το γαμβρό. Δε φοβόμαστε το λύκο,
γιατί έχουμε τον καλό ποιμένα. Γιατί λέγει ο Χριστός· «Εγώ είμαι ο
ποιμένας ο καλός»1. Χάρη σ' αυτόν δεν τρέμουμε τον τύραννο, γιατί
είμαστε κοντά στο βασιλιά. Γι' αυτό εορτάζουμε και τιμούμε το
σταυρό. Έτσι παράγγειλε και ο Παύλος να εορτάζουμε το σταυρό.
Διότι λέγει· «Ας εορτάζουμε όχι με την παλιά ζύμη, αλλά με άζυμα
ειλικρίνειας και αλήθειας»2. Έπειτα, αφού πρόσθεσε την αιτία,
συνέχισε ̇ «Γιατί το Πάσχα το δικό μας είναι ο Χριστός, που
θυσιάσθηκε για τη σωτηρία μας»3.
Βλέπεις γιατί παραγγέλλει να εορτάζουμε το σταυρό; Γιατί επάνω
στο σταυρό θυσιάσθηκε ο Χριστός. Και όπου γίνεται θυσία, εκεί
εξαφανίζονται τα αμαρτήματα, εκεί γίνεται συμφιλίωση με τον
Κύριο, εκεί γίνεται εορτή και χαρά. «Το Πάσχα, το δικό μας είναι ο
Χριστός, που θυσιάσθηκε για μας». Και πες μου, που θυσιάσθηκε;
Πάνω σε σταυρό που στήθηκε ψηλά. Είναι καινούριο το
θυσιαστήριο αυτής της θυσίας, επειδή και η θυσία είναι καινούρια
και αξιοθαύμαστη. Γιατί ο ίδιος ήταν και θύμα και ιερέας. Θύμα,
κατά το σώμα του, και Ιερέας, κατά την πνευματική του φύση. Ο
ίδιος και πρόσφερε τη θυσία και προσφερόταν σωματικά. Άκουσε
λοιπόν πως μας φανέρωσε ο Παύλος αυτά τα δύο. «Κάθε
αρχιερέας», λέγει, «ξεχωρίζεται από τους ανθρώπους και γίνεται
αρχιερέας για την ωφέλεια των ανθρώπων. Γι' αυτό λοιπόν ήταν
ανάγκη να έχει και ο Χριστός κάτι που να το προσφέρει σαν θυσία.
Και πρόσφερε αυτός τον εαυτό του»4. Και αλλού λέγει, ότι «Ο
Χριστός που θυσιάσθηκε μια φορά για να βαστάξει πάνω του τις
αμαρτίες των πολλών, θα φανεί σ' εκείνους που τον περιμένουν για
να τους σώσει»5. Να, στη μία περίπτωση θυσιάσθηκε, ενώ στην
άλλη θυσίασε τον εαυτό του. Είδες πως έγινε και θύμα και Ιερέας,
και πως ο σταυρός ήταν θυσιαστήριο;
Και για ποιο λόγο, θα πει κάποιος, δεν έγινε η θυσία του μέσα στο
ναό, αλλά έξω από την πόλη και τα τείχη;Για να πραγματοποιηθεί η



προφητεία που έλεγε· «Τον λογάριασαν ανάμεσα στους
κακούργους»6. Και για ποιο λόγο, σφάζεται πάνω σε σταυρό που
στήθηκε ψηλά και όχι κάτω από στέγη;Για να καθαρίσει την
ατμόσφαιρα, γι' αυτό θυσιάσθηκε ψηλά, χωρίς να υπάρχει από πάνω
του στέγη, αλλά ο ουρανός. Καθαριζόταν λοιπόν η ατμόσφαιρα,
επειδή θυσιαζόταν ψηλά το πρόβατο. Καθαριζόταν όμως και η γη,
επειδή έσταζε πάνω της το αίμα από την πλευρά του. Γι' αυτό δε
θυσιάσθηκε κάτω από στέγη, γι' αυτό δε θυσιάσθηκε στο ναό των
Ιουδαίων, για να μη νομίσεις ότι προσφέρεται αυτή για χάρη μόνο
τού ιουδαϊκού έθνους. Γι' αυτό θυσιάσθηκε έξω από την πόλη και τα
τείχη, για να μάθεις ότι η θυσία έγινε για όλους τους ανθρώπους, ότι
η προσφορά έγινε για όλη τη γη, για να μάθεις ότι ο καθαρμός είναι
γενικός και όχι μερικός, όπως γινόταν στους Ιουδαίους.
Γι' αυτό παράγγειλε ο Θεός στους Ιουδαίους ν' αφήσουν όλη τη γη
και σ' ένα τόπο να προσφέρουν τις θυσίες τους και να
προσεύχονται, επειδή όλη η γη ήταν ακάθαρτη, επειδή υπήρχαν
πάνω της καπνός και μυρωδιά ψημένων κρεάτων και όλες οι άλλες
ακαθαρσίες από τις ειδωλολατρικές θυσίες. Για μας όμως, από τότε
που ήρθε ο Χριστός και καθάρισε όλη την οικουμένη, όλος ο τόπος
έγινε τόπος προσευχής. Γι' αυτό και ο Παύλος με πεποίθηση
συμβούλευε να προσευχόμαστε χωρίς φόβο παντού, λέγοντας τα
εξής· «Θέλω να προσεύχονται οι άνδρες σε κάθε τόπο και να
σηκώνουν προς τον ουρανό καθαρά χέρια»7. Είδες πως
καθαρίσθηκε η οικουμένη; Από τον τόπο της θυσίας του λοιπόν
μπορούμε παντού να υψώνουμε προς τον ουρανό χέρια καθαρά,
γιατί όλη η γη αγιάσθηκε και έγινε αγιότερη από τα άγια των αγίων.
Γιατί εκεί θυσιάσθηκε πρόβατο που δεν είχε λογικό, εδώ όμως
πρόβατο πνευματικό. Και όσο πιο μεγάλη είναι η θυσία, τόσο πιο
πολύς είναι και ο αγιασμός. Γι' αυτό εορτάζουμε το σταυρό.
2. Θέλεις να μάθεις και άλλο κατόρθωμα τού σταυρού; Τον
παράδεισο μας άνοιξε σήμερα, που ήταν κλεισμένος περισσότερο



απόπέντε χιλιάδες χρόνια8. Γιατί αυτή την ημέρα, αυτή την ώρα
έβαλε μέσα στον παράδεισο το ληστή ο Θεός και έκαμε δύο
κατορθώματα· το πρώτο, ότι άνοιξε τον παράδεισο, και το δεύτερο,
ότι έβαλε μέσα το ληστή. Σήμερα μας έδωσε πάλι την παλιά πατρίδα
μας, σήμερα μας έφερε πάλι στην πόλη των προγόνων μας και
χάρισε κατοικία σ' όλο το ανθρώπινο γένος. Γιατί είπε ο Χριστός·
«Σήμερα θα είσαι μαζί μου στον παράδεισο»9. Τι λέγεις;
Σταυρώθηκες και καρφώθηκες και υπόσχεσαι παράδεισο; Ναι, λέγει,
για να μάθεις καλά τη δύναμή μου που έχω επάνω στο σταυρό.
Επειδή δηλαδή το γεγονός ήταν λυπηρό, για να μη προσέξεις στη
σταύρωση, αλλά για να μάθεις τη δύναμη του σταυρωμένου, επάνω
στο σταυρό κάνει αυτό το θαύμα, που δείχνει ιδιαίτερα τη δύναμη
του. Γιατί όχι όταν ανέστησε νεκρό, ούτε όταν επιτίμησε τη
θάλασσα και τους ανέμους, ούτε όταν απομάκρυνε τους δαίμονες,
αλλά όταν τον σταύρωναν, όταν τον κάρφωναν, όταν τον
ειρωνεύονταν, όταν τον κακολογούσαν κατόρθωσε ν' αλλάξει την
πονηρή σκέψη του ληστή, για να δεις τη δύναμη του και από τις δύο
πλευρές. Και ολόκληρη την κτίση δηλαδή συγκλόνισε, και τις
πέτρες ράγισε, και την ψυχή του ληστή, που ήταν πιο αναίσθητη από
την πέτρα, τη συγκίνησε και την τίμησε.
«Γιατί σήμερα θα είσαι μαζί μου στον παράδεισο», λέγει. Αν και τα
Χερουβείμ φρουρούσαν τον παράδεισο, αυτός όμως ήταν κύριος και
των Χερουβείμ. Εκεί περιφέρεται πύρινη ρομφαία, άλλ' αυτός έχει
εξουσία πάνω στη φλόγα και την κόλαση και τη ζωή και το θάνατο.
Αν και κανείς βασιλιάς δε θα μπορούσε ποτέ ν' ανεχθεί κάποιο
ληστή ή κάποιον άλλον άνθρωπο να καθίσει κοντά του και να τον
φέρει έτσι μέσα σε κάποια πόλη. Αλλά ο Χριστός το έκαμε αυτό και,
καθώς μπαίνει μέσα στην ιερή πατρίδα, φέρει μαζί του το ληστή, όχι
γιατί περιφρονούσε τον παράδεισο, όχι για να τον προσβάλει με την

παρουσία του ληστή, αλλά μάλλον για να τον τιμήσει. Γιατί αυτό ή-
ταν τιμή για τον παράδεισο, να έχει δηλαδή τέτοιον κύριο, που



έκαμε και το ληστή άξιο ν' απολαύσει τον παράδεισο. Και όταν
έβαλε τελώνες και πόρνες στη βασιλεία των ουρανών, δεν το έκαμε
γιατί ήθελε να την περιφρονήσει, αλλά περισσότερο την τιμούσε,
αποδεικνύοντας ότι τέτοιος είναι ο Κύριος της βασιλείας των
ουρανών, που κάνει και πόρνες και τελώνες τόσο εκλεκτούς, ώστε ν'
αποδειχθούν άξιοι για την τιμή και την ευεργεσία αυτή.Όπως
δηλαδή θαυμάζουμε πάρα πολύ έναν ιατρό τότε, όταν τον δούμε να
θεραπεύει και να επαναφέρει την υγεία σ' ανθρώπους που έπασχαν
από ανίατες ασθένειες, έτσι είναι δίκαιο να θαυμάζουμε και το
Χριστό, όταν θεραπεύει ανίατα τραύματα, όταν ξαναδίνει σε τελώνη
και πόρνη τόση υγεία, ώστε ν' αποδειχθούν άξιοι για τη βασιλεία
των ουρανών.
Και τι το σπουδαίο έκαμε ο ληστής, θα πει κάποιος, για να κερδίσει
τον παράδεισο μετά τη σταύρωση του;
Θέλεις να σου πω σύντομα το κατόρθωμα του; Όταν ο Πέτρος τον
αρνήθηκε χωρίς να είναι στο σταυρό, τότε εκείνος τον πίστεψε
καθώς ήταν επάνω στο σταυρό. Και δεν τα λέγω αυτά για να
κατηγορήσω τον Πέτρο, μακριά μια τέτοια σκέψη, αλλά γιατί θέλω
να δείξω τη μεγαλοψυχία του ληστή. Ο μαθητής δεν άντεξε την
απειλή ενός ασήμαντου κοριτσιού, ο ληστής όμως, αν και έβλεπε να
στέκεται γύρω ολόκληρος λαός, που φώναζε, και έκανε σαν τρελλός,
και βλασφημούσε και περιγελούσε, δεν τα έδωσε σημασία αυτά,
ούτε πρόσεξε τη φαινομενική αδυναμία εκείνου που σταυρωνόταν,
αλλά, παραβλέποντας με τα μάτια της πίστης όλα αυτά και
ξεπερνώντας τα ασήμαντα εμπόδια, αναγνώρισε τον Κύριο των
ουρανών και αφού τον παρακάλεσε τού είπε-«Θυμήσου με, Κύριε,
όταν φθάσεις στη βασιλεία σου»10. Ας μη προσπεράσουμε λοιπόν
επιπόλαια αυτόν το ληστή, ούτε να ντραπούμε να τον θεωρήσουμε
διδάσκαλό μας, αυτόν που ο Κύριός μας δεν ντράπηκε να τον
οδηγήσει πρώτο στον παράδεισο. Ας μη ντραπούμε να θεωρήσουμε
διδάσκαλό μας τον άνθρωπο, που πρώτος άπ' όλο τον κόσμο φάνηκε



άξιος να μπει στη βασιλεία των ουρανών, άλλ' ας εξετάσουμε το
καθετί με προσοχή, για να μάθουμε τη δύναμη του σταυρού. Δεν
είπε στο ληστή, όπως στον Πέτρο, «Ακολούθησε με και θα σε κάνω
ικανό να ψαρεύεις ανθρώπους»11, ούτε τού είπε, όπως είπε στους
δώδεκα μαθητές του, ότι «θα καθίσετε σε δώδεκα θρόνους να
δικάζετε τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ»12. Και μάλιστα δεν του είπε
ούτε μία λέξη. Δεν τού έδειξε θαύμα, ούτε είδε αυτός ν' ανασταίνει
κάποιο νεκρό, ούτε να διώχνει δαίμονες. Δεν είδε τη θάλασσα να
υπακούει στην προσταγή του, ούτε τού είπε κάτι για τη βασιλεία των
ουρανών, ούτε για την κόλαση, και ενώπιον όλων πίστεψε σ' αυτόν,
και μάλιστα τη στιγμή που ο άλλος ληστής ήταν σταυρωμένος μαζί
του, για να πραγματοποιηθούν τα λόγια τού προφήτη, ότι
«Λογαριάσθηκε ανάμεσα στους κακούργους»13.
Ήθελαν λοιπόν οι Ιουδαίοι να συκοφαντήσουν τη δόξα του και με
κάθε τρόπο τον έβριζαν μ' αυτά που έκαμναν. Η αλήθεια όμως από
παντού έλαμπε και αυξανόταν με τις αντιδράσεις τους. Τον
ειρωνευόταν λοιπόν ο άλλος ληστής. Είδες τον ένα και τον άλλο
ληστή; Και οι δύο είναι πάνω στο σταυρό, και οι δύο γιατί ήταν
ληστές, και οι δύο γιατί έδειξαν κακή διαγωγή. Δεν είχαν όμως και
οι δύο το ίδιο τέλος, άλλ' ο ένας κληρονόμησε τη βασιλεία των
ουρανών και ο άλλος πήγε στην κόλαση. Έτσι έγινε και χθες.
Μαθητές ήταν οι ένδεκα, μαθητής και ο Ιούδας. Εκείνοι μεν έλεγαν,
«Που θέλεις να σου ετοιμάσουμε να φάγεις το Πάσχα;»14, ενώ
αυτός ετοιμαζόταν για την προδοσία και έλεγε ̇ «Τι θέλετε να μου
δώσετε, για να σας τον παραδώσω;»14α. Και εκείνοι ετοιμάζονταν
να τον περιποιηθούν και να πάρουν μέρος στη θεία μυσταγωγία,
αυτός όμως τον προσκυνάει. Ο ένας τον βρίζει, ο άλλος τον επαινεί
και κλείνει το στόμα του βλάσφημου λέγοντας· «Ούτε το Θεό δε
φοβάσαι εσύ; Γιατί εμείς απολαμβάνουμε όπως άξιζε για εκείνα που
κάναμε»15.



3. Είδες το θάρρος του ληστή; Είδες το θάρρος του επάνω στο
σταυρό; Είδες την πίστη του την ώρα της τιμωρίας του και την
ευσέβεια του την ώρα τού βασανισμού του; Ποιος λοιπόν δε θα
ένιωθε κατάπληξη για το ότι ήταν κύριος τού εαυτού του, για το ότι
είχε τα λογικά του, αν και τον είχαν τρυπήσει με καρφιά; Αυτός
όμως δεν ήταν μόνο κύριος τού εαυτού του, αλλά και αδιαφορούσε
για τα βάσανά του και φρόντιζε για τα βάσανα των άλλων, και έγινε
διδάσκαλος επάνω στο σταυρό και κατακρίνει τον άλλο ληστή και
τού λέγει ̇«Ούτε το Θεό δε φοβάσαι εσύ;». Να μη προσέχεις, λέγει,
στο επίγειο δικαστήριο· υπάρχει άλλος κριτής αόρατος, υπάρχει
δικαστήριο αμερόληπτο. Να μη βλέπεις λοιπόν επειδή
καταδικάσθηκε στη γη, γιατί δε γίνονται αυτά στον ουρανό. Εδώ
δηλαδή στο επίγειο δικαστήριο και δίκαιοι καταδικάζονται, και
άδικοι αθωώνονται, και ένοχοι δεν παθαίνουν τίποτε, και αθώοι
τιμωρούνται. Γιατί οι δικαστές κάνουν πολλά λάθη θεληματικά ή
άθελα τους, ή γιατί δε γνωρίζουν το δίκαιο και εξαπατούνται, ή γιατί
το γνωρίζουν, αλλά, επειδή εξαγοράζονται με χρήματα, παίρνουν
πολλές φορές άδικη απόφαση. Στον ουρανό όμως δεν συμβαίνει
τίποτε τέτοιο. Γιατί ο Θεός είναι δίκαιος κριτής και η απόφαση του
θα βγει σαν το φως χωρίς να έχει δόλο ούτε άγνοια. Για να μη λέγει
λοιπόν, ότι καταδικάσθηκε στη γη και τιμωρήθηκε, τον ανέβασε στο
ουράνιο δικαστήριο. Τού θύμισε εκείνο το φοβερό βήμα, λέγοντας
περίπου αυτά· Πρόσεχε εκεί και δε θα ρίξεις καταδικαστική ψήφο,
ούτε θα συμφωνήσεις με τους ανήθικους δικαστές της γης, αλλά θα
παραδεχθείς τη δίκη που γίνεται στους ουρανούς. Είδες την πίστη
τού ληστή; Είδες σύνεση και διδασκαλία του; Αμέσως από το
σταυρό πήδησε στον ουρανό.
Έπειτα, αποστομώνοντας με το παραπάνω αυτόν, τού λέγει· «Δε
φοβάσαι, γιατί τιμωρηθήκαμε με την ίδια ποινή;». Τι σημαίνει, «ότι
εν τω αυτώ κρίματι έσμεν;». Ότι τιμωρηθήκαμε με τον ίδιο τρόπο.
Μήπως λοιπόν και εσύ δεν είσαι πάνω στο σταυρό; Βρίζοντας



λοιπόν το Χριστό, προσβάλλεις τον εαυτό σου αντί γι' αυτόν. Γιατί,
όπως ο αμαρτωλός, όταν κατηγορεί άλλον αμαρτωλό, κατηγορεί τον
εαυτό του και όχι τον άλλο, έτσι και αυτός που βρίσκεται σε
συμφορά και βρίζει τον άλλο για τη συμφορά του βρίζει τον εαυτό
του και όχι τον άλλο. «Γιατί τιμωρηθήκαμε με την ίδια ποινή». Του
διαβάζει αποστολικό νόμο και τού λέγει τα λόγια τού Ευαγγελίου,
«Μη κατακρίνετε, για να μη κατακριθείτε»16. «Γιατί τιμωρηθήκαμε
με την ίδια ποινή». Τι κάνεις, ληστή; Προσπαθώντας ν' απολογηθείς
για το Χριστό, τον έκαμες σύντροφο του ληστή; Όχι, λέγει.
Εξαφανίζω την υποψία αυτή με τα παρακάτω. Για να μη νομίσεις
δηλαδή ότι εξ αιτίας της ίδιας τιμωρίας τον έκαμε και σύντροφο
τους στην αμαρτία, πρόσθεσε τη διόρθωση και είπε ̇ «Και εμείς
βέβαια δίκαια τιμωρηθήκαμε, γιατί άξια παθαίνουμε γι' αυτά που
κάναμε».
Είδες τέλεια εξομολόγηση; Είδες πως απαλλάχθηκε από τις αμαρτίες
του επάνω στο σταυρό; Γιατί λέγει ο προφήτης· «Να λέγεις πρώτος
εσύ τις αμαρτίες σου, για να συγχωρηθείς»17. Κανείς δεν τον
ανάγκασε, κανείς δεν τον πίεσε, αλλά ο ίδιος κατηγόρησε τον εαυτό
του λέγοντας· «Και εμείς βέβαια δίκαια τιμωρηθήκαμε, γιατί
παθαίνουμε άξια γι' αυτά που κάναμε. Αυτός όμως δεν έκαμε κανένα
κακό». Και ύστερα λέγει· «Θυμήσου με, Κύριε, στη βασιλεία σου».
Δεν τόλμησε να πει πρώτα, «Θυμήσου με στη βασιλεία σου», ώσπου
με την εξομολόγηση πέταξε από πάνω του το φορτίο των αμαρτιών

του. Βλέπεις πόσο μεγάλο πράγμα είναι η εξομολόγηση; Εξομολο-
γήθηκε, και άνοιξε τον παράδεισο· εξομολογήθηκε, και απέκτησε

τόσο θάρρος, ώστε από ληστής που ήταν να ζητήσει τη βασιλεία των
ουρανών. Βλέπεις πόσα αγαθά μας προξένησε ο σταυρός;
Αναλογίζεσαι τη βασιλεία των ουρανών; Πες μου λοιπόν, βλέπεις
κάτι τέτοιο; Αυτά που βλέπεις είναι καρφιά και σταυρός, άλλ' ο
σταυρός αυτός, λέγει, είναι το σύμβολο της βασιλείας των ουρανών.
Γι' αυτό τον ονομάζω βασιλιά, επειδή τον βλέπω να σταυρώνεται.



Γιατί είναι χαρακτηριστικό του βασιλιά να πεθαίνει για τη σωτηρία
των υπηκόων του. Ο ίδιος ο Χριστός είπε ̇ «Ο ποιμένας ο καλός
θυσιάζει τη ζωή του για τη σωτηρία των προβάτων του»18.
Επομένως και ο βασιλιάς ο καλός θυσιάζει τη ζωή του για τη
σωτηρία των υπηκόων του. Επειδή λοιπόν θυσίασε τη ζωή του, γι'
αυτό τον ονομάζω βασιλιά. «Θυμήσου με, Κύριε, στη βασιλεία
σου».
4. Είδες πως ο σταυρός είναι σύμβολο και της βασιλείας των
ουρανών; Θέλεις να μάθεις αυτό και από αλλού; Δεν τον άφησε στη
γη ο Χριστός, αλλά τον πήρε μαζί του και τον ανέβασε στον ουρανό.
Από που φαίνεται αυτό; Επειδή πρόκειται να έρθει με το σταυρό στη
δεύτερη και ένδοξη παρουσία του, για να μάθεις πόσο σεβαστό
πράγμα είναι ο σταυρός, γι' αυτό και τον ονόμασε δόξα. Άλλ' ας
δούμε πως θα έρθει με το σταυρό, γιατί είναι ανάγκη να σάς φέρω
την απόδειξη. «Εάν σας πουν», λέγει ο Χριστός, «να, ο Χριστός
είναι στα ιδιαίτερα δωμάτια, να είναι στην έρημο, μη βγείτε να τον
συναντήσετε»19, και εννοεί τη δεύτερη παρουσία του την ένδοξη
και αναφέρεται στους ψευδόχριστους, στους ψευδοπροφήτες και
στον αντίχριστο, για να μη πλανηθεί κανείς και πέσει στην παγίδα
του. Επειδή δηλαδή ο αντίχριστος θα έρθει πριν από το Χριστό, για
να μη πέσει κανείς στο στόμα τού λύκου, αναζητώντας τον ποιμένα,
γι' αυτό σου αναφέρω ένα σημάδι της παρουσίας τού ποιμένα.
Επειδή λοιπόν η πρώτη του παρουσία στον κόσμο έμεινε
απαρατήρητη, για να μη νομίσεις ότι και η δεύτερη θα γίνει με τον
ίδιο τρόπο, έδωσε αυτό το σημάδι. Γιατί η πρώτη του παρουσία
δικαιολογημένα έμεινε απαρατήρητη, επειδή ήρθε να βρει το χαμένο
πρόβατο. Η δεύτερη όμως δε θα γίνει έτσι. Αλλά πως; πες μου.
«Όπως η αστραπή βγαίνει από την ανατολή και φαίνεται μέχρι τη
δύση, έτσι θα γίνει και η παρουσία του Υιού του ανθρώπου»20. Θα
φανεί σ' όλους μαζί και δε θα χρειασθεί να ερωτήσει κανείς, αν ο
Χριστός είναι εδώ ή εκεί.Όπως λοιπόν όταν φαίνεται μία αστραπή δε



χρειάζεται να εξετάσουμε αν φάνηκε, έτσι όταν συμβεί η δεύτερη
παρουσία τού Χριστού, δε χρειάζεται να εξετάζουμε αν ήρθε ο
Χριστός.
Άλλ' εκείνο που θέλουμε ν' αποδείξουμε είναι, αν θα έρθει με το
σταυρό. Δεν πρέπει βέβαια να ξεχάσουμε την υπόσχεσή μας.
Άκουσε λοιπόν τα εξής. «Τότε», λέγει· τότε, πότε; «Όταν θα έρθει ο
Υιός του άνθρωπου, ο ήλιος θα σκοτισθεί και η σελήνη δε θα δώσει
το φως της»21. Γιατί τόσο υπερβολικό θα είναι τότε το φως, ώστε
και τα πιο λαμπρά άστρα θα κρυφθούν. «Τότε και τα άστρα θα
πέσουν από τον ουρανό, τότε θα φανεί στον ουρανό και το σημάδι
τού Υιού τού άνθρωπου»22. Είδες πόση είναι η δύναμη τού
σταυρού; Οήλιος θα σκοτισθεί και η σελήνη δε θα φανεί, ο σταυρός
όμως λάμπει και φαίνεται, για να μάθεις ότι είναι πιο λαμπρός και
από τον ήλιο και από τη σελήνη.Και όπως όταν ένας βασιλιάς
μπαίνει σε κάποια πόλη, οι στρατιώτες παίρνουν τα λάβαρα, τα
σηκώνουν στους ώμους τους και προαγγέλλουν την είσοδο του, έτσι
και όταν ο Κύριος θα κατεβαίνει από τους ουρανούς θα προηγούνται
οι στρατιές των αγγέλων και των αρχαγγέλων και θα φέρουν στους
ώμους τους το σταυρόκαι θα μας προαγγέλλουν τη βασιλική είσοδο
του. «Τότε θα σαλευθούν οι δυνάμεις των ουρανών», λέγει, και
εννοεί τους αγγέλους· θα τους πιάσει τότε πολύς τρόπος και φόβος.
Και για ποιο λόγο; πες μου. Θα είναι φοβερό το δικαστήριο εκείνο,
γιατί πρόκειται όλο το ανθρώπινο γένος να δικασθεί και να
παρουσιασθεί μπροστά στο φοβερό κριτή. Για ποιο λοιπόν λόγο οι
άγγελοι φοβούνται και τρέμουν; αφού δεν πρόκειται αυτοί να
δικασθούν. Γιατί, όπως όταν δικάζει ένας άρχοντας δε φοβούνται
και τρέμουν οι ένοχοι μόνο, αλλά και οι φρουροί, που δεν
αισθάνονται καμιά ένοχη, επειδή φοβούνται το δικαστή, έτσι και
τότε, όταν θα δικάζεται το ανθρώπινο γένος, θα φοβούνται και οι
άγγελοι, που δεν αισθάνονται καμιά ενοχή, επειδή θα φοβούνται
πάρα πολύ το δικαστή. Γιατί όμως φαίνεται τότε ο σταυρός και γιατί



έρχεται έχοντας το σταυρό ο Κύριος;Για να μάθουν την αχαριστία
τους εκείνοι που τον σταύρωσαν, γι' αυτό τους δείχνει αυτό το
σύμβολο της ντροπής τους. Και ότι πραγματικά γι' αυτό φέρει μαζί
του το σταυρό, άκουσε τον προφήτη που λέγει ̇«Τότε θα θρηνήσουν
όλες οι φυλές της γης»23, γιατί θα δουν τον κατήγορό τους και θ'
αναγνωρίσουν το σφάλμα τους. Και γιατί απορείς, εάν θα έρθει μαζί
με το σταυρό, αφού τότε θα δείχνει και τις ίδιες τις πληγές
του;«Γιατί θα δουν», λέγει ο προφήτης, «εκείνον που τον τρύπησαν
με τη λόγχη»24. Όπως δηλαδή έκαμε στην περίπτωση του Θωμά,
επειδή ήθελε να διορθώσει την απιστία τού μαθητή του, και αφού
αναστήθηκε του έδειξε τα σημάδια των καρφιών και τις πληγές, και
τού είπε, «Βάλε το χέρι σου και δες, γιατί το φάντασμα δεν έχει
σάρκα και οστά»25, έτσι και τότε θα δείξει τις πληγές και το
σταυρό, για ν' αποδείξει ότι αυτός ήταν εκείνος που σταυρώθηκε.
5. Και όχι μόνο από το σταυρό, αλλά και από τα ίδια τα λόγια που
είπε πάνω στο σταυρό είναι δυνατό να δούμε την ανέκφραστη
φιλανθρωπία του. Γιατί ακόμη και τότε που τον σταύρωναν και τον
ειρωνεύονταν και τον περιγελούσαν και τον έφτυναν, έλεγε·
«Πατέρα, συγχώρησε τους την αμαρτία, γιατί δεν ξέρουν τι
κάνουν»26. Και όταν σταυρώνεται, προσεύχεται γι' αυτούς που τον
σταύρωναν, αν και έλεγαν τα αντίθετα· «Εάν είσαι Υιός τού Θεού,
κατέβα από το σταυρό και θα πιστέψουμε σε σένα»27. Άλλ' όμως γι'
αυτό δεν κατεβαίνει από το σταυρό, επειδή είναι Υιός τού Θεού, και
γι' αυτό ήρθε, για να σταυρωθεί για τη σωτηρία μας. «Κατέβα από
το σταυρό», λέγει, «και θα πιστέψουμε σε σένα». Αυτά είναι λόγια
και πρόφαση για την απιστία τους. Γιατί το ότι αναστήθηκε, αν και

υπήρχε ο λίθος στον τάφο του, ήταν πολύ μεγαλύτερο από το να κα-
τεβεί από το σταυρό. Το να βγάλει από το μνήμα το Λάζαρο, που

ήταν νεκρός τέσσερις ημέρες και δεμένος με τα νεκρικά σάβανα,
ήταν πολύ μεγαλύτερο από το να κατεβεί από το σταυρό.Εκείνοι
λοιπόν έλεγαν «Εάν είσαι Υιός τού Θεού, σώσε τον εαυτό σου».



Αυτός όμως έκανε τα πάντα, για να σώσει εκείνους που τον έβριζαν,
και έλεγε· «Συγχώρησε τους την αμαρτία, γιατί δεν ξέρουν τι
κάνουν». Τι λοιπόν έγινε; Τους συγχώρησε την αμαρτία τους; Τους
συγχώρησε, αν ήθελαν να μετανοήσουν. Γιατί αν δεν τους
συγχωρούσε την αμαρτία, δε θα γινόταν ο Παύλος απόστολος. Αν
δεν τους συγχωρούσε την αμαρτία, δε θα πίστευαν αμέσως τρεις
χιλιάδες και πέντε χιλιάδες και πολλές μυριάδες. Ότι πραγματικά
πίστεψαν πολλές μυριάδες Ιουδαίων, άκουσε τι λέγουν οι απόστολοι
στον Παύλο· «Βλέπεις, αδελφέ, πόσες είναι οι μυριάδες των
Ιουδαίων που πίστεψαν στο Χριστό;»28.
Ας μιμηθούμε λοιπόν τον Κύριο και ας προσευχόμαστε για τους
εχθρούς μας.Πάλι λοιπόν καταλήγω σ' αυτήν τη συμβουλή. Είναι η
πέμπτη ημέρα σήμερα που σάς ομιλώ για το ζήτημα αυτό, όχι γιατί
θέλω να σάς κατηγορήσω για απείθεια, μακριά μια τέτοια σκέψη,
αλλά γιατί πάρα πολύ ελπίζω ότι θα πεισθείτε. Εάν όμως υπάρχουν
μερικοί σκληρόκαρδοι και οργίλοι και δύστροποι, που δεν
υπάκουσαν σ' αυτά που για την προσευχή είπαμε, ίσως ντραπούν
που σάς ομιλώ πολλές ημέρες και απομακρύνουν κάποτε το μίσος
και τη μικροψυχία. Μιμήσου τον Κύριό σου· σταυρωνόταν, και
μιλούσε στον Πατέρα για το καλό αυτών που τον σταύρωναν. Και
πως μπορώ, θα πει κάποιος, να μιμηθώ τον Κύριο;Εάν θέλεις,
μπορείς. Γιατί, εάν δεν μπορούσες να τον μιμηθείς, πως έλεγε,
«Μάθετε από μένα, ότι είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά»29;
Εάν δεν ήταν δυνατό να τον μιμηθείς, δε θα έλεγε ο Παύλος· «Να
γίνεστε μιμητές μου, όπως και εγώ γίνομαι μιμητής τού Χριστού»30.
Άλλ' όμως δε θέλεις να μιμηθείς τον Κύριο; μιμήσου το συνάνθρωπο
σου, εννοώ τον απόστολο Στέφανο, γιατί και αυτός μιμήθηκε τον
Κύριο. Και όπως ο Χριστός ανάμεσα στους σταυρωτές του
αδιαφόρησε για τη σταύρωσή του, αδιαφόρησε για τους πόνους του
και παρακαλούσε τον Πατέρα να συγχωρήσει τους σταυρωτές του,
έτσι και ο διάκονος Στέφανος ανάμεσα σ' αυτούς που τον



λιθοβολούσαν, καθώς τον κτυπούσαν όλοι και δεχόταν τις πέτρες
τους, αδιαφόρησε για τους πόνους που τού προκαλούσαν τα
κτυπήματα και έλεγε· «Κύριε, μη λογαριάσεις σ' αυτούς την αμαρτία
αυτή»31.
Είδες πως ομιλεί ο Υιός; Είδες πως παρακαλεί ο άνθρωπος; Εκείνος
λέγει· «Πατέρα, συγχώρησε τους την αμαρτία αυτή, γιατί δεν ξέρουν
τι κάνουν», και αυτός λέγει· «Κύριε, μη τους λογαριάσεις αυτή την
αμαρτία». Και για να μάθεις ότι προσεύχεται με ειλικρίνεια, δεν
προσεύχεται απλά όρθιος όταν τον λιθοβολούσαν, αλλά γονάτισε
και προσευχήθηκε με κατάνυξη και πολλή συμπόνοια. Θέλεις να
σου δείξω και άλλο συνάνθρωπο σου που έπαθε πολύ περισσότερα
άπ' αυτόν; Ο Παύλος λέγει· «Οι Ιουδαίοι με κτύπησαν με ραβδιά,
μια φορά με λιθοβόλησαν, ένα ημερόνυκτο έμεινα στο πέλαγος»32.

Τι λέγει λοιπόν ύστερα άπ' αυτά; «Θα ευχόμουν», λέγει, «να χωρι-
σθώ εγώ ο ίδιος από το Χριστό, για χάρη των αδελφών μου

Ιουδαίων, που είναι συγγενείς μου κατά σάρκα»33. Θέλεις να δεις
και άλλον, όχι από την Καινή Διαθήκη, αλλά από την Παλαιά; Γιατί
αυτό είναι το πάρα πολύ αξιοθαύμαστο, ότι δηλαδή τότε που δεν
υπήρχε η προτροπή ν' αγαπούν οι άνθρωποι τους εχθρούς τους, αλλά
να βγάζουν μάτι αντί για μάτι, και δόντι αντί για δόντι, και ν'
ανταποδίδουν τα ίδια κακά, έφθασαν στη συμπεριφορά των
αποστόλων. Άκουσε τι λέγει ο Μωυσής, που λιθοβολήθηκε πολλές
φορές από τους Ιουδαίους και περιφρονήθηκε άπ' αυτούς· «Εάν τους
συγχωρήσεις την αμαρτία, συγχώρησε την διαφορετικά, σβήσε και
μένα από το βιβλίο που με έγραψες»34.
Βλέπεις ότι ο καθένας θέτει την ασφάλεια των άλλων πριν από τη
δική του σωτηρία; Δεν αμάρτησες καθόλου ̇ γιατί θέλεις να
τιμωρηθείς μαζί μ' αυτούς; Επειδή, λέγει, δεν αισθάνομαι καθόλου
την ευτυχία, όταν οι άλλοι υποφέρουν. Θα μας ήταν βέβαια αρκετά
αυτά τα παραδείγματα. Αλλά για να διορθωθούμε από τα πολλά
παραδείγματα, θ' αναφέρω και κάποιον άλλο που έκαμε τις ίδιες



σκέψεις. Γιατί και ο Δαυίδ, ο μακάριος και πράος εκείνος άνδρας,
όταν επαναστάτησε εναντίον του όλες ο στρατός του και έδωσε όλη
του τη δύναμη στον υιό του τον Αβεσαλώμ, και επιτέθηκε να
καταλάβει την εξουσία και ήθελε να τον σφάξει, και έπειτα
οργίσθηκε γι' αυτό ο Θεός (γιατί τι σημασία έχει αν βρήκε άλλη
πρόφαση για τη σφαγή;), και έστειλε τον άγγελό του με γυμνό το
ξίφος, για να κτυπήσει από ψηλά, όταν έβλεπε ότι αφανίζονται όλοι,
τι λέγει; «Εγώ ο ποιμένας αμάρτησα, και εγώ ο ποιμένας έκαμα

κακό. Ας πέσει η τιμωρία σου σε μένα και στην πατρική μου οικογέ-
νεια»35.

Βλέπεις πάλι όμοια κατορθώματα; Θέλεις να σου δείξω και άλλον;
Γιατί δε μας λείπει και άλλος που έκαμε τις ίδιες σκέψεις.
Ο προφήτης Σαμουήλβρίσθηκε από τους Ιουδαίους, καθαιρέθηκε,
περιφρονήθηκε τόσο, ώστε ο Θεός θέλησε να τον παρηγορήσει και
του είπε· «Δεν περιφρόνησαν εσένα, άλλ' εμένα»36. Τι λοιπόν
απάντησε εκείνος που περιφρονήθηκε, που προσβλήθηκε και που
βρίσθηκε; «Είθε να μη κάνω τέτοια αμαρτία», λέγει, «ώστε να
σταματήσω να προσεύχομαι στον Κύριο για σάς»37. Θεώρησε ότι
είναι αμαρτία, το να μη προσεύχεται για τους εχθρούς του. Είθε
λοιπόν να μη συμβεί ν' αμαρτήσω έτσι, ώστε να μη προσεύχομαι για
σάς. Ο Χριστός λέγει· «Πατέρα, συγχώρησε τους την αμαρτία, γιατί
δεν ξέρουν τι κάνουν». Ο Στέφανοςλέγει· «Κύριε, μη τους
λογαριάσεις την αμαρτία αυτή». Ο Παύλος λέγει· «Θα ευχόμουν να
γίνω ανάθεμα για χάρη των αδελφών μου, των συγγενών μου κατά
σάρκα». ΟΜωυσής λέγει· «Εάν τους συγχωρήσεις την αμαρτία τους,
συγχώρησε την διαφορετικά, σβήσε και μένα από το βιβλίο που με
έγραψες». Ο Δαυίδ λέγει· «Ας πέσει η τιμωρία σου σε μένα και στην
πατρική μου οικογένεια». Ο Σαμουήλ λέγει ̇ «Είθε να μη κάνω
τέτοια αμαρτία, ώστε να σταματήσω να προσεύχομαι στον Κύριο για
σας». Πες μου λοιπόν, ποια συγγνώμη θα επιτύχουμε, όταν, ενώ ο
Κύριος και οι συνάνθρωποι μας, από την Καινή και την Παλαιά



Διαθήκη, όλοι μας παρακινούν να προσευχόμαστε για τους εχθρούς
μας,εμείς όμως κάνουμε το αντίθετο και προσευχόμαστε για το κακό
των εχθρών μας;
Μη, σας παρακαλώ, αδελφοί, μη το κάνετε αυτό. Γιατί, όσο
περισσότερα είναι τα παραδείγματα, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η
τιμωρία, εάν δεν τα μιμηθούμε. Είναι σπουδαιότερο να προσεύχεται
κανείς για τους εχθρούς του, παρά για τους φίλους του. Γιατί δε σας
ωφελεί τόσο το δεύτερο, όσο το πρώτο. «Γιατί, αν αγαπάτε εκείνους
που σας αγαπούν, δεν κάνετε τίποτε το σπουδαίο», λέγει ο Χριστός·
«Γιατί και οι τελώνες το ίδιο κάνουν»38. Επομένως, εάν
προσευχηθούμε για τους φίλους μας, δε γίναμε καθόλου καλύτεροι
από τους ειδωλολάτρες και από τους τελώνες. Όταν όμως
αγαπήσουμε τους εχθρούς μας, γίναμε όσο είναι ανθρώπινο δυνατό
όμοιοι με το Θεό, γιατί «Ανατέλλει τον ήλιο του σε πονηρούς και σ'
αγαθούς, και βρέχει στους δίκαιους και στους άδικους»39. Ας
γίνουμε λοιπόν όμοιοι με τον Πατέρα, γιατί λέγει, «Να γίνεστε
όμοιοι με τον Πατέρα σας που βρίσκεται στους ουρανούς», για ν'
αξιωθούμε και τη βασιλεία των ουρανών με τη χάρη και τη
φιλανθρωπία τού Κυρίου και Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού,
στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη στους αιώνες των αιώνων.
Αμήν.

Ι.ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΕΡΓΑ 36
ΠΑΤΕΡΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ
«ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ»

 ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Ι.ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ ΑΠΟ 19-25/4/2021

ΤΕΤΑΡΤΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 7.00-9.00 ΤΟ ΠΡΩΙ Θ.ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΩΝ ΔΩΡΩΝ

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΣΤΙΣ 6.00 ΤΟ ΑΠΟΓΕΥΜΑ ΜΙΚΡΟ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ

ΣΑΒΒΑΤΟ 7.00-9.30 ΤΟ ΠΡΩΙ ΟΡΘΡΟΣ ΚΑΙ Θ.ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΕΟΡΤΗΣ ΕΓΕΡΣΕΩΣ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ ΚΑΙ ΣΤΙΣ 6.00 ΤΟ ΑΠΟΓΕΥΜΑ ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΩΝ ΒΑΙΩΝ

ΚΥΡΙΑΚΗ 7.00-10.00 ΟΡΘΡΟΣ ΚΑΙ Θ.ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΕΟΡΤΗΣ ΤΩΝ ΒΑΙΩΝ

Πέμπτη 15 Απριλίου 2021

Οσία Μαρία η Αιγυπτία

 Οσία Μαρία η Αιγυπτία

Ἀπῆρε πνεῦμα, σάρξ ἀπερρύη πάλαι.
Τὸν ὅστινον γῆ κρύπτε νεκρὸν Μαρίας.
Πρώτῃ Ἀπριλίου Μαρίη θάνεν εὖχος ἐρήμου.

Τον βίο της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας συνέγραψε ο Άγιος Σωφρόνιος Πατριάρχης Ιεροσολύμων (τιμάται 11 Μαρτίου), ο οποίος συνέγραψε διάφορα ασκητικά και υμνογραφικά κείμενα που διαποτίζονται από το πνεύμα της Ορθοδόξου θεολογίας και της ασκητικής παραδόσεως.

Η Οσία Μαρία γεννήθηκε στην Αίγυπτο και έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Ιουστινιανού (527 - 565 μ.Χ.). Από τα δώδεκα χρόνια της πέρασε στην Αίγυπτο μια ζωή ασωτίας, αφού από την μικρή αυτή ηλικία διέφθειρε την παρθενία της και είχε ασυγκράτητο και αχόρταγο το πάθος της σαρκικής μείξεως. Ζώντας αυτήν την ζωή δεν εισέπραττε χρήματα, αλλά απλώς ικανοποιούσε το πάθος της. Η ίδια ξαγορεύθηκε στον Αββά Ζωσιμά ότι διετέλεσε: «δημόσιον προκείμενη τῆς ἀσωτίας ὑπέκκαυμα, οὐ δόσεως τινός, μὰ τὴν ἀλήθειαν, ἕνεκεν», κάνοντας δηλαδή το έργο της δωρεάν, «ἐκτελοῦσα τὸ ἐν ἐμοὶ καταθύμιον». Και όπως του απεκάλυψε, είχε ακόρεστη επιθυμία και ακατάσχετο έρωτα να κυλιέται στο βόρβορο που ήταν η ζωή της και σκεπτόταν έτσι ντροπιάζοντας την ανθρώπινη φύση.

Λόγω της άσωτης ζωής και της σαρκικής επιθυμίας που είχε, κάποια φορά ακολούθησε τους προσκυνητές που πήγαιναν στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσουν τον Τίμιο Σταυρό. Και αυτό το έκανε, όχι για να προσκυνήσει τον Τίμιο Σταυρό, αλλά για να έχει πολλούς εραστές που θα ήταν έτοιμοι να ικανοποιήσουν το πάθος της. Περιγράφει δε και η ίδια ρεαλιστικά και τον τρόπο που επιβιβάστηκε στο πλοιάριο. Και, όπως η ίδια αποκάλυψε, κατά την διάρκεια του ταξιδιού της δεν υπήρχε είδος ασέλγειας από όσα λέγονται και δεν λέγονται, του οποίου δεν έγινε διδάσκαλος σε εκείνους τους ταλαίπωρους ταξιδιώτες. Και η ίδια εξέφρασε την απορία της για το πώς η θάλασσα υπέφερε τις ασωτίες της και γιατί η γη δεν άνοιξε το στόμα της και δεν την κατέβασε στον άδη, επειδή είχε παγιδεύσει τόσες ψυχές. Κατά την διάρκεια του ταξιδιού αυτού δεν αρκέστηκε στο ότι διέφθειρε τους νέους, αλλά διέφθειρε και πολλούς άλλους από τους κατοίκους της πόλεως και τους ξένους επισκέπτες. Και στα Ιεροσόλυμα που πήγε κατά την εορτή του Τιμίου Σταυρού, περιφερόταν στους δρόμους «ψυχᾶς νέων ἀγρεύουσα».

Αισθάνθηκε όμως, βαθιά μετάνοια από ένα θαυματουργικό γεγονός. Ενώ εισερχόταν στο ναό για να προσκυνήσει το Ξύλο του Τιμίου Σταυρού, κάποια δύναμη την εμπόδισε να προχωρήσει. Στην συνέχεια στάθηκε μπροστά σε μία εικόνα της Παναγίας, έδειξε μεγάλη μετάνοια και ζήτησε την καθοδήγηση και βοήθεια της Παναγίας. Με την βοήθεια της Θεοτόκου εισήλθε ανεμπόδιστα αυτή την φορά στον ιερό ναό και προσκύνησε τον Τίμιο Σταυρό. Στην συνέχεια, αφού ευχαρίστησε την Παναγία, άκουσε φωνή που την προέτρεπε να πορευθεί στην έρημο, πέραν του Ιορδάνου. Αμέσως ζήτησε την συνδρομή και την προστασία της Θεοτόκου και ήρε τον δρόμο της προς την έρημο, αφού προηγουμένως πέρασε από την ιερά μονή του Βαπτιστού στον Ιορδάνη ποταμό και κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων. Στην έρημο έζησε σαράντα επτά χρόνια, χωρίς ποτέ να συναντήσει άνθρωπο.

Κατά τα πρώτα δεκαεπτά χρόνια στην έρημο, πάλεψε πολύ σκληρά για να νικήσει τους λογισμούς και τις επιθυμίες της, ουσιαστικά για να νικήσει τον διάβολο που την πολεμούσε με τις αναμνήσεις της προηγούμενης ζωής.

Η Οσία ζούσε δεκαεπτά χρόνια στην έρημο «θηρσὶν ἀνημέροις ταὶς ἀλόγοις ἐπιθυμίαις πυκτεύουσα». Είχε πολλές επιθυμίες φαγητών, ποτών και «πορνικῶν ᾀσμάτων» και πολλούς λογισμούς που την ωθούσαν προς την πορνεία. Όμως, όταν ερχόταν κάποιος λογισμός μέσα της, έπεφτε στην γη, την έβρεχε με δάκρυα και δεν σηκωνόταν από τη γη «ἕως ὅτου τὸ φῶς ἐκεῖνο τὸ γλυκὺ περιέλαμψεν καὶ τοὺς λογισμοὺς τοὺς ἐνοχλοῦντας μοὶ ἐδίωξεν». Συνεχώς προσευχόταν στην Παναγία, την οποία είχε εγγυήτρια της ζωής της μετανοίας που έκανε. Το ιμάτιό της σχίσθηκε και καταστράφηκε και έκτοτε παρέμεινε γυμνή. Καιγόταν από τον καύσωνα και έτρεμε από τον παγετό και «ὡς πολλάκις μὲ χαμαὶ πεσοῦσαν ἄπνουν μείναι σχεδὸν καὶ ἀκίνητον».

Ύστερα από σκληρό αγώνα, με τη Χάρη του Θεού και την συνεχή προστασία της Παναγίας, ελευθερώθηκε από τους λογισμούς και τις επιθυμίες, οπότε μεταμορφώθηκε το λογιστικό και παθητικό μέρος της ψυχής της, καθώς επίσης εθεώθηκε και το σώμα της.

Λόγω της μεγάλης πνευματικής της καταστάσεως στην οποία έφθασε η Οσία Μαρία, έλαβε από τον Θεό το διορατικό χάρισμα.

Ήταν γυμνή αλλά το σώμα της υπερέβη τις ανάγκες της φύσεως. Λέγει η ίδια: «Γυνὴ γὰρ εἰμί, καὶ γυμνή, καθάπερ ὁρᾷς, καὶ τὴν αἰσχύνην τοῦ σώματός μου ἀπερικάλυπτον ἔχουσα». Το σώμα τρεφόταν με τη Χάρη του Θεού: «Τρέφομαι γὰρ καὶ σκέπτομαι τῷ ρήματι τοῦ Θεοῦ διακρατοῦντος τὰ σύμπαντα». Στη περίπτωσή της, όπως και σε άλλες περιπτώσεις Αγίων, παρατηρούμε ότι αναστέλλονται οι ενέργειες του σώματος. Αυτή η αναστολή των σωματικών ενεργειών οφειλόταν στο ότι η ψυχή της δεχόταν την ενέργεια του Τριαδικού Θεού και αυτή η θεία ενέργεια διαπορθμευόταν και στο σώμα της: «Ἀρκεὶν εἰποῦσα τὴν χάριν τοῦ Πνεύματος, ὥστε συντηρεὶν τὴν οὐσίαν τῆς ψυχῆς ἀμίαντον».

Εκείνη την περίοδο ασκήτευε σε ένα μοναστήρι ο Ιερομόναχος Αββάς Ζωσιμάς (τιμάται 4 Απριλίου), που ήταν κεκοσμημένος με αγιότητα βίου. Έβλεπε θεία οράματα, καθώς του είχε δοθεί το χάρισμα των θείων ελλάμψεων, λόγω του ότι ζούσε μέχρι τα πενήντα τρία του χρόνια με μεγάλη άσκηση και ήταν φημισμένος στην περιοχή του. Τότε, όμως, εισήλθε μέσα του ένας λογισμός κάποιας πνευματικής υπεροψίας, για το αν δηλαδή υπήρχε άλλος μοναχός που θα μπορούσε να τον ωφελήσει ή να του διδάξει κάποιο καινούργιο είδος ασκήσεως. Ο Θεός, για να τον διδάξει και να τον διορθώσει, του αποκάλυψε ότι κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να φθάσει στην τελειότητα. Και στην συνέχεια του υπέδειξε να πορευθεί σε ένα μοναστήρι που βρισκόταν κοντά στον Ιορδάνη ποταμό.

Ο Αββάς Ζωσιμάς υπάκουσε στην φωνή του Θεού και πήγε στο μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού, που του υποδείχθηκε. Εκεί συνάντησε τον ηγούμενο και τους μοναχούς, και διέκρινε ότι ακτινοβολούσαν τη Χάρη και την αγάπη του Θεού, ζώντας έντονη μοναχική ζωή με ακτημοσύνη, με μεγάλη άσκηση και αδιάλειπτη προσευχή.

Στο μοναστήρι αυτό υπήρχε ένας κανόνας. Σύμφωνα με αυτόν, την Κυριακή της Τυρινής προ της ενάρξεως της Μεγάλης Σαρακοστής, αφού οι μοναχοί κοινωνούσαν των Αχράντων Μυστηρίων, προσεύχονταν και ασπάζονταν μεταξύ τους, και έπειτα ελάμβαναν ο καθένας τους μερικές τροφές και έφευγαν στην έρημο πέραν του Ιορδάνου, για να αγωνισθούν κατά την περίοδο της Τεσσαρακοστής τον αγώνα της ασκήσεως. Επέστρεφαν δε στο μοναστήρι την Κυριακή των Βαΐων, για να εορτάσουν τα Πάθη, τον Σταυρό και την Ανάσταση του Χριστού. Είχαν ως κανόνα να μην συναντά κανείς τον άλλο αδελφό στην έρημο και να μην τον ερωτά, όταν επέστρεφαν, για το είδος της ασκήσεως που έκανε την περίοδο αυτή.

Αυτόν τον κανόνα εφάρμοσε και ο Αββάς Ζωσιμάς. Αφού έλαβε ελάχιστες τροφές, βγήκε από το μοναστήρι και πορεύθηκε στην έρημο, έχοντας την επιθυμία να εισέλθει όσο μπορούσε πιο βαθειά σε αυτή, με την ελπίδα μήπως συναντήσει κάποιον ασκητή που θα τον βοηθούσε να φθάσει σε αυτό που ποθούσε. Πορευόταν προσευχόμενος και τρώγοντας ελάχιστα. Κοιμόταν δε όπου ευρισκόταν.

Είχε περπατήσει μία πορεία είκοσι ημερών όταν, κάποια στιγμή που κάθισε να ξεκουραστεί και έψελνε, είδε στο βάθος μια σκιά που έμοιαζε με ανθρώπινο σώμα. Στην αρχή θεώρησε ότι ήταν δαιμονικό φάντασμα, αλλά έπειτα διαπίστωσε ότι ήταν άνθρωπος. Αυτό το ον που έβλεπε ήταν γυμνό, είχε μαύρο σώμα - το σώμα αυτό προερχόταν από τις ηλιακές ακτίνες - και είχε στο κεφάλι του λίγες άσπρες τρίχες, που δεν έφθαναν πιο κάτω από τον λαιμό. Ο Αββάς Ζωσιμάς έβλεπε την Οσία Μαρία, την ώρα που προσευχόταν. Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία ασκούσε την αδιάλειπτη προσευχή και μάλιστα ο Αββάς Ζωσιμάς την είδε όταν εκείνη ύψωσε τα μάτια της στον ουρανό και άπλωσε τα χέρια της και «ἤρξατο εὔχεσθαι ὑποψιθυρίσουσα, φωνὴ δὲ αὐτῆς οὐκ ἠκούετο ἔναρθρος». Και σε κάποια στιγμή, ενώ εκείνος καθόταν σύντρομος, «ὁρᾷ αὐτὴν ὑψωθείσαν ὡς ἕνα πῆχυν ἀπὸ τῆς γῆς καὶ τῷ ἀέρι κρεμαμένην καὶ οὕτω προσεύχεσθαι».

Ο Αββάς Ζωσιμάς προσπάθησε να πλησιάσει, για να διαπιστώσει τι ήταν αυτό που έβλεπε, αλλά το ανθρώπινο εκείνο ον απομακρυνόταν. Έτρεχε ο Αββάς Ζωσιμάς, έτρεχε και εκείνο. Και ο Αββάς κραύγαζε με δάκρυα προς αυτό ώστε να σταματήσει, για να λάβει την ευλογία του. Εκείνο όμως δεν ανταποκρινόταν. Μόλις έφθασε ο Αββάς σε κάποιο χείμαρρο και απόκαμε, εκείνο το ανθρώπινο ον αφού τον αποκάλεσε με το μικρό του όνομα, πράγμα που προκάλεσε μεγάλη εντύπωση στον Αββά, του είπε ότι δεν μπορεί να γυρίσει και να τον δει κατά πρόσωπο, γιατί είναι γυναίκα γυμνή και έχει ακάλυπτα τα μέλη του σώματός της. Τον παρακάλεσε, αν θέλει, να της δώσει την ευχή του και να της ρίξει ένα κουρέλι από τα ρούχα του, για να καλύψει το γυμνό σώμα της. Ο Αββάς έκανε ότι του είπε και τότε εκείνη στράφηκε προς αυτόν. Ο Αββάς αμέσως γονάτισε για να λάβει την ευχή της, ενώ το ίδιο έκανε και εκείνη. Και παρέμειναν και οι δύο γονατιστοί «ἕκαστος ἐξαιτῶν εὐλογῆσαι τὸν ἕτερον».

Επειδή ο Αββάς αναρωτιόταν μήπως έβλεπε μπροστά του κάποιο άυλο πνεύμα, εκείνη διακρίνοντας τους λογισμούς του, του είπε ότι είναι αμαρτωλή, που έχει περιτειχισθεί από το άγιο Βάπτισμα και είναι χώμα και στάχτη και όχι άυλο πνεύμα.

Η Οσία Μαρία κατά την συνάντηση αυτή, αφού αποκάλυψε όλη την ζωή της, ζήτησε από τον Αββά Ζωσιμά να έλθει κατά την Μεγάλη Πέμπτη της επόμενης χρονιάς, σε έναν ορισμένο τόπο στην όχθη του Ιορδάνη ποταμού, κοντά σε μια κατοικημένη περιοχή, για να την κοινωνήσει, ύστερα από πολλά χρόνια μεγάλης μετάνοιας που μεταμόρφωσε την ύπαρξή της. «Καὶ νῦν ἐκείνου ἐφίεμαι ἀκατασχέτω τῷ ἔρωτι», του είπε, δηλαδή είχε ακατάσχετο έρωτα να κοινωνήσει του Σώματος και του Αίματος του Χριστού.

Ο Αββάς Ζωσιμάς επέστρεψε στο μοναστήρι χωρίς να πει σε κανένα τι ακριβώς συνάντησε, σύμφωνα άλλωστε και με τον κανόνα που υπήρχε σε εκείνη την ιερά μονή. Όμως, συνεχώς παρακαλούσε τον Θεό να τον αξιώσει να δει και πάλι «τὸ ποθούμενον πρόσωπον» την επόμενη χρονιά και μάλιστα ήταν στεναχωρημένος γιατί δεν περνούσε ο χρόνος, καθώς ήθελε όλος αυτός ο χρόνος να ήταν μία ημέρα.

Το επόμενο έτος ο Αββάς Ζωσιμάς από κάποια αρρώστια δεν μπόρεσε να βγει από το μοναστήρι στην έρημο, όπως έκαναν οι άλλοι πατέρες στην αρχή της Σαρακοστής και έτσι παρέμεινε στο μοναστήρι. Και την Κυριακή των Βαΐων, όταν είχαν επιστρέψει οι άλλοι πατέρες της Μονής, εκείνος ετοιμάσθηκε να πορευθεί στον τόπο που του είχε υποδείξει η Οσία, για να την κοινωνήσει.

Την Μεγάλη Πέμπτη πήρε μαζί του σε ένα μικρό ποτήρι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, πήρε μερικά σύκα και χουρμάδες και λίγη βρεγμένη φακή και βγήκε από το μοναστήρι για να συναντήσει την Οσία Μαρία. Επειδή όμως εκείνη αργοπορούσε να έλθει στον καθορισμένο τόπο, ο Αββάς προσευχόταν στον Θεό με δάκρυα να μην του στερήσει λόγω των αμαρτιών του την ευκαιρία να τη δει εκ νέου.

Μετά την θερμή προσευχή την είδε από την άλλη πλευρά του Ιορδάνη ποταμού, να κάνει το σημείο του Σταυρού, να πατά πάνω στο νερό του ποταμού «περιπατοῦσαν ἐπὶ τῶν ὑδάτων ἐπάνω καὶ πρὸς ἐκεῖνον βαδίζουσαν». Στην συνέχεια η Οσία τον παρακάλεσε να πει το Σύμβολο της Πίστεως και το «Πάτερ ἠμῶν». Ακολούθως ασπάσθηκε τον Αββά Ζωσιμά και κοινώνησε των ζωοποιών Μυστηρίων. Έπειτα ύψωσε τα χέρια της στον ουρανό, αναστέναξε με δάκρυα και είπε: «Νῦν ἀπολύεις τὴν δούλη σου, ὢ Δέσποτα, κατὰ τὸ ρῆμά σου ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου».

Στην συνέχεια, αφού τον παρακάλεσε να έλθει και το επόμενο έτος στο χείμαρρο που την είχε συναντήσει την πρώτη φορά, ζήτησε την προσευχή του. Ο Αββάς άγγιξε τα πόδια της Οσίας, ζήτησε και αυτός την προσευχή της και την άφησε να φύγει «στένων καὶ ὀδυρόμενος», διότι τολμούσε «κρατῆσαι τὴν ἀκράτητον». Εκείνη έφυγε κατά τον ίδιο τρόπο με τον οποίο ήλθε, πατώντας δηλαδή πάνω στα νερά του Ιορδάνη ποταμού.

Το επόμενο έτος, σύμφωνα και με την παράκληση της Οσίας, ο Αββάς βιαζόταν να φθάσει «πρὸς ἐκεῖνο τὸ παράδοξο θέαμα». Αφού βάδισε πολλές ημέρες και έφθασε στον τόπο εκείνο, έψαχνε «ὡς θηρευτὴς ἐμπειρότατος» να δει «τὸ γλυκύτατο θήραμα», την Οσία του Θεού. Όμως δεν την έβλεπε πουθενά. Τότε άρχισε να προσεύχεται στον Θεό κατανυκτικά: «Δεῖξον μοί, Δέσποτα, τὸν θησαυρόν σου τὸν ἄσυλον, ὃν ἐν τῆδε τὴ ἐρήμω κατέκρυψας, δεῖξον μοί, δέομαι, τὸν ἐν σώματι ἄγγελον, οὐ οὐκ ἔστιν ὁ κόσμος ἀπάξιος». Για τον Αββά Ζωσιμά η Οσία Μαρία ήταν άθικτος θησαυρός, άγγελος μέσα σε σώμα, που ο κόσμος δεν ήταν άξιος να τον έχει. Και προσευχόμενος με τα λόγια αυτά είδε «κεκειμένην τὴν Ὁσίαν νεκράν, καὶ τᾶς χεῖρας οὕτως ὥσπερ ἔδει τυπώσασαν καὶ πρὸς ἀνατολᾶς ὄρασαν κειμένην τὸ σχήματι». Βρήκε δε και δική της γραφή που έλεγε: «Θάψον, ἀββᾶ Ζωσιμᾶ, ἐν τούτῳ τὸ τόπω τῆς ταπεινῆς Μαρίας τὸ λείψανον, ἀποδὸς τὸν χοῦν τῷ χοΐ, ὑπὲρ ἐμοῦ διὰ παντὸς πρὸς τὸν Κύριον προσευχόμενος, τελειωθείσης, μηνὶ Φαρμουθὶ (κατ’ Αἰγυπτίους, ὅπως ἐστὶ κατὰ Ρωμαίους Ἀπρίλιος), ἐν αὐτῇ δὲ τὴ νυκτὶ τοῦ πάθους τοῦ σωτηρίου, μετὰ τὴν τοῦ θείου καὶ μυστικοῦ δείπνου μετάληψιν». Την βρήκε δηλαδή νεκρή, κείμενη στην γη, με τα χέρια σταυρωμένα και βλέποντας προς την ανατολή. Συγχρόνως βρήκε και γραφή που τον παρακαλούσε να την ενταφιάσει.

Η Οσία κοιμήθηκε την ίδια ημέρα που κοινώνησε, αφού είχε διασχίσει σε μία ώρα απόσταση την οποία διήνυσε το επόμενο έτος ο Αββάς Ζωσιμάς σε είκοσι ημέρες. Γράφει ο Άγιος Σωφρόνιος: «καὶ ἥνπερ ὤδευσεν ὁδὸν Ζωσιμᾶς διὰ εἴκοσι ἡμερῶν κοπιῶν, εἰς μίαν ὥραν Μαρίαν διέδραμεν καὶ εὐθὺς πρὸς τὸν Θεὸν ἐξεδήμησεν». Το σώμα της είχε αποκτήσει άλλες ιδιότητες, είχε μεταμορφωθεί.

Στην συνέχεια ο Αββάς Ζωσιμάς, αφού έκλαψε πολύ και είπε ψαλμούς κατάλληλους για την περίσταση, «ἐποίησεν εὐχὴν ἐπιτάφιον». Και μετά με μεγάλη κατάνυξη, «βρέχων τὸ σῶμα τοὶς δακρύσι» επιμελήθηκε τα της ταφής. Επειδή, όμως, η γη ήταν σκληρή και ο ίδιος ήταν προχωρημένης ηλικίας, γι' αυτό δεν μπορούσε να την σκάψει και βρισκόταν σε απορία. Τότε «ὁρᾷ λέοντα μέγαν τῷ λειψάνῳ τῆς Ὁσίας παρεστώτα καὶ τὰ ἴχνη αὐτῆς ἀναλείχοντα», δηλαδή είδε ένα λιοντάρι να στέκεται δίπλα στο λείψανο της Οσίας και να γλείφει τα ίχνη της. Ο Αββάς τρόμαξε, αλλά το ίδιο το λιοντάρι «οὐχὶ τοῦτον τοὶς κινήμασι μόνον ἀσπαζόμενον, ἀλλὰ καὶ προθέσει», δηλαδή το ίδιο το λιοντάρι καλόπιανε τον Αββά και τον παρακινούσε και με τις κινήσεις του και με τις προθέσεις του, να προχωρήσει στον ενταφιασμό της. Λαμβάνοντας ο Αββάς θάρρος από το ήμερο του λιονταριού, το παρακάλεσε να σκάψει αυτό το ίδιο τον λάκκο, για να ενταφιασθεί το ιερό λείψανο της Οσίας Μαρίας, επειδή εκείνος αδυνατούσε. Το λιοντάρι υπάκουσε. «Εὐθὺς δὲ ἅμα τῷ σώματι θαπτόμενο», δηλαδή με τα μπροστινά του πόδια έσκαψε το λάκκο, όσο έπρεπε, για να ενταφιασθεί το σκήνωμα της Οσίας Μαρίας.

Ο ενταφιασμός της Οσίας έγινε προσευχομένου του Αββά Ζωσιμά και του λιονταριού «παρεστῶτος». Μετά τον ενταφιασμό έφυγαν και οι δύο, «ὁ μὲν λέων ἐπὶ τὰ ἔνδον τῆς ἐρήμου ὡς πρόβατον ὑπεχώρησε. Ζωσιμᾶς δὲ ὑπέστρεψεν, εὐλογῶν καὶ αἰνῶν τὸν Θεὸν ἠμῶν».

Και ο Άγιος Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ιεροσολύμων, καταλήγει ότι έγραψε αυτό το βίο «κατὰ δύναμιν» και «τῆς ἀληθείας μηδὲν προτιμῆσαι θέλων».

Ο βίος της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, δείχνει πως μία πόρνη μπορεί να γίνει κατά Χάριν θεός, πως ο άνθρωπος μπορεί να γίνει άγγελος εν σώματι και πως η κατά Χριστόν ελπίδα μπορεί να αντικαταστήσει την υπό του διαβόλου προερχόμενη απόγνωση. Στο πρόσωπο της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας βλέπουμε τον άνθρωπο που αναζητά την ηδονή και κυνηγά τους ανθρώπους για την ικανοποίησή τους, αλλά όμως με τη Χάρη του Θεού μπορεί να εξαγιασθεί τόσο πολύ, ώστε να φθάσει στο σημείο να την κυνηγούν οι Άγιοι για να λάβουν την ευλογία της και να ασπασθούν το τετιμημένο της σώμα, καθώς επίσης να τη σέβονται και τα άγρια ζώα.

Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία με την μετάνοιά της, την βαθιά της ταπείνωση, την υπέρβαση εν Χάριτι του θνητού και παθητού σώματός της, αφ' ενός μεν προσφέρει μια παρηγοριά σε όλους τους ανθρώπους, αφ' ετέρου δε ταπεινώνει εκείνους που υπερηφανεύονται για τα ασκητικά τους κατορθώματα. Δεν ημέρωσε μόνο τα άγρια θηρία που υπήρχαν μέσα της, δηλαδή τα άλογα πάθη, αλλά υπερέβη όλα τα όρια της ανθρώπινη φύσεως και ημέρωσε ακόμη και τα άγρια θηρία της κτίσεως.

Αυτός είναι ο σκοπός και ο πλούτος της ενανθρωπίσεως του Χριστού, που φυλάσσεται μέσα στην Εκκλησία. Με την αποκαλυπτική θεολογία και την εν Χριστώ ζωή ο άνθρωπος μπορεί να μεταμορφωθεί ολοκληρωτικά.
 Η Εκκλησία τιμά την μνήμη της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας και την Ε' Κυριακή των Νηστειών.Πηγή www.saint.gr

Τρίτη 13 Απριλίου 2021

Παναγία Ρόδον Αμάραντον - Εικόνες της Παναγίας             ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ

Το έτος 626, και ενώ ο Αυτοκράτορας Ηράκλειος ηγείτο εκστρατείας του βυζαντινού στρατού κατά των Περσών, η Κωνσταντινούπολη πολιορκήθηκε αιφνιδίως από τους Αβάρους.[3] Γνωρίζοντας την απουσία του στρατού, οι Άβαροι απέρριψαν κάθε πρόταση εκεχειρίας και την 6η Αυγούστου κατέλαβαν την Παναγία των Βλαχερνών. Σε συνεργασία με τους Πέρσες, τη νύχτα της 7ης προς 8η Αυγούστου, ετοιμάζονταν για την τελική επίθεση, ενώ ο Πατριάρχης Σέργιος περιέτρεχε τα τείχη της Πόλης με την εικόνα της Παναγίας της Βλαχερνίτισσας και ενεθάρρυνε το λαό στην αντίσταση. Τη νύχτα εκείνη, φοβερός ανεμοστρόβιλος, που αποδόθηκε σε θεϊκή αρωγή, δημιούργησε τρικυμία και κατέστρεψε τον εχθρικό στόλο, ενώ αντεπίθεση των αμυνόμενων προξένησε τεράστιες απώλειες στους Αβάρους και τους Πέρσες, οι οποίοι αναγκάστηκαν να λύσουν την πολιορκία και να αποχωρήσουν άπρακτοι.

«Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια,
ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν εὐχαριστήρια,
ἀναγράφω σοι ἡ Πόλις σου Θεοτόκε.
Ἀλλ' ὡς ἔχουσα τὸ κράτος ἀπροσμάχητον,
ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον,
ἵνα κράζω σοι· Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε
».

Την 8η Αυγούστου, η Πόλη είχε σωθεί από τη μεγαλύτερη ως τότε απειλή της ιστορίας της. Ο λαός, θέλοντας να πανηγυρίσει τη σωτηρία του, την οποία απέδιδε σε συνδρομή της Θεοτόκου, συγκεντρώθηκε στο Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών. Τότε, κατά την παράδοση, όρθιο το πλήθος έψαλε τον από τότε λεγόμενο «Ακάθιστο Ύμνο» στην Παναγία, αποδίδοντας τα «νικητήρια» και την ευγνωμοσύνη του «τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ».

Κατά την επικρατέστερη άποψη, δεν ήταν δυνατό να συνετέθη ο ύμνος σε μία νύκτα. Άρα, μάλλον είχε συντεθεί νωρίτερα και μάλιστα θεωρείται ότι ψαλλόταν στο συγκεκριμένο ναό στην αγρυπνία της 15ης Αυγούστου κάθε έτους. Απλώς, εκείνη την ημέρα ο ύμνος εψάλη «ὀρθοστάδην», ενώ αντικαταστάθηκε το ως τότε προοίμιο («Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς λαβὼν ἐν γνώσει») με το ως σήμερα χρησιμοποιούμενο «Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια», το οποίο έδωσε τον δοξολογικό και εγκωμιαστικό τόνο στον ως τότε διηγηματικό και δογματικό ύμνο.

Σύμφωνα όμως με άλλες ιστορικές πηγές, ο Ακάθιστος Ύμνος συνδέεται και με άλλα παρόμοια γεγονότα, όπως τις πολιορκίες και την σωτηρία της Κωνσταντινούπολης επί των Αυτοκρατόρων Κωνσταντίνου του Πωγωνάτου (673), Λέοντος του Ισαύρου (717-718) και Μιχαήλ Γ΄ (860). Δεδομένων των τότε ιστορικών συνθηκών (εικονομαχική έριδα, κλπ.), δε θεωρείται απίθανο η Παράδοση να έχει αλλοιώσει την ιστορική πραγματικότητα, με αποτέλεσμα να καθίσταται πολύ δύσκολο να λεχθεί μετά βεβαιότητος ποιο ήταν το ιστορικό περιβάλλον της δημιουργίας του Ύμνου.

ΠΗΓΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΙΑ

Ένα από τα λαοφιλέστερα ποιήματα της ελληνορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης και φιλολογικό μνημείο άφταστης τελειότητας. Ένας ύμνος προς την Παναγία, που, όταν ψάλλεται στις εκκλησίες κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, προκαλεί ρίγη αληθινής συγκίνησης και πνευματικής ανάτασης στους πιστούς. «Ακάθιστος Ύμνος» ονομάστηκε, επειδή, όταν ψάλλεται, το εκκλησίασμα στέκεται όρθιο, ενώ η εναλλακτική ονομασία του «Χαιρετισμοί», προέρχεται από τη συχνά επαναλαμβανόμενη λέξη Χαίρε.

Ο Ακάθιστος Ύμνος ψάλλεται τμηματικά το βράδυ της Παρασκευής των τεσσάρων πρώτων εβδομάδων των Νηστειών και ολόκληρο το βράδυ της Παρασκευή της πέμπτης εβδομάδας των Νηστειών, κατά τη διάρκεια της Ακολουθίας του Ακάθιστου Ύμνου. Αποτελείται από το προοίμιο «Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια» και 24 οίκους (στροφές) με αλφαβητική ακροστιχίδα από το Α έως το Ω. Το πρώτο μέρος του ποιήματος (Α-Μ) αναφέρεται σε επεισόδια από τη ζωή της Παναγίας (Ευαγγελισμός, Γέννηση του Ιησού, Υπαπαντή κ.ά.) και το δεύτερο μέρος (Ν-Ω) σε θεολογικά θέματα. Αναφέρεται γενικότερα στην ενανθρώπιση του Ιησού και τη σωτηρία των ανθρώπων, ενώ εξαίρεται η συμβολή της Παναγίας.

Ο ποιητής του Ακαθίστου Ύμνου δεν είναι γνωστός, καθώς οι μακροχρόνιες έρευνες δεν έχουν καταλήξει σε αναμφισβήτητα συμπεράσματα. Έχουν αναφερθεί τα ονόματα του Ρωμανού του Μελωδού, του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Σέργιου, του διάκονου και ιαμβογράφου Γεωργίου Πισίδη, του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γερμανού Α', του μητροπολίτη Νικομηδείας Γεωργίου Σικελιώτη, της Κασσιανής και του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φωτίου.

Η επικρατούσα παράδοση υποστηρίζει ότι ο Άκάθιστος Ύμνος γράφτηκε για τη διάσωση της Κωνσταντινούπολης από την πολιορκία των Αβάρων, ενός ταταρομογγολικού φύλου, το 626. Η σωτηρία της Βασιλεύουσας αποδόθηκε στην Υπέρμαχο Στρατηγό, την Υπεραγία Θεοτόκο.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/753

© SanSimera.gr

Ένα από τα λαοφιλέστερα ποιήματα της ελληνορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης και φιλολογικό μνημείο άφταστης τελειότητας. Ένας ύμνος προς την Παναγία, που, όταν ψάλλεται στις εκκλησίες κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, προκαλεί ρίγη αληθινής συγκίνησης και πνευματικής ανάτασης στους πιστούς. «Ακάθιστος Ύμνος» ονομάστηκε, επειδή, όταν ψάλλεται, το εκκλησίασμα στέκεται όρθιο, ενώ η εναλλακτική ονομασία του «Χαιρετισμοί», προέρχεται από τη συχνά επαναλαμβανόμενη λέξη Χαίρε.

Ο Ακάθιστος Ύμνος ψάλλεται τμηματικά το βράδυ της Παρασκευής των τεσσάρων πρώτων εβδομάδων των Νηστειών και ολόκληρο το βράδυ της Παρασκευή της πέμπτης εβδομάδας των Νηστειών, κατά τη διάρκεια της Ακολουθίας του Ακάθιστου Ύμνου. Αποτελείται από το προοίμιο «Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια» και 24 οίκους (στροφές) με αλφαβητική ακροστιχίδα από το Α έως το Ω. Το πρώτο μέρος του ποιήματος (Α-Μ) αναφέρεται σε επεισόδια από τη ζωή της Παναγίας (Ευαγγελισμός, Γέννηση του Ιησού, Υπαπαντή κ.ά.) και το δεύτερο μέρος (Ν-Ω) σε θεολογικά θέματα. Αναφέρεται γενικότερα στην ενανθρώπιση του Ιησού και τη σωτηρία των ανθρώπων, ενώ εξαίρεται η συμβολή της Παναγίας.

Ο ποιητής του Ακαθίστου Ύμνου δεν είναι γνωστός, καθώς οι μακροχρόνιες έρευνες δεν έχουν καταλήξει σε αναμφισβήτητα συμπεράσματα. Έχουν αναφερθεί τα ονόματα του Ρωμανού του Μελωδού, του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Σέργιου, του διάκονου και ιαμβογράφου Γεωργίου Πισίδη, του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γερμανού Α', του μητροπολίτη Νικομηδείας Γεωργίου Σικελιώτη, της Κασσιανής και του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φωτίου.

Η επικρατούσα παράδοση υποστηρίζει ότι ο Άκάθιστος Ύμνος γράφτηκε για τη διάσωση της Κωνσταντινούπολης από την πολιορκία των Αβάρων, ενός ταταρομογγολικού φύλου, το 626. Η σωτηρία της Βασιλεύουσας αποδόθηκε στην Υπέρμαχο Στρατηγό, την Υπεραγία Θεοτόκο.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/753

© SanSimera.gr

Ένα από τα λαοφιλέστερα ποιήματα της ελληνορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης και φιλολογικό μνημείο άφταστης τελειότητας. Ένας ύμνος προς την Παναγία, που, όταν ψάλλεται στις εκκλησίες κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, προκαλεί ρίγη αληθινής συγκίνησης και πνευματικής ανάτασης στους πιστούς. «Ακάθιστος Ύμνος» ονομάστηκε, επειδή, όταν ψάλλεται, το εκκλησίασμα στέκεται όρθιο, ενώ η εναλλακτική ονομασία του «Χαιρετισμοί», προέρχεται από τη συχνά επαναλαμβανόμενη λέξη Χαίρε.

Ο Ακάθιστος Ύμνος ψάλλεται τμηματικά το βράδυ της Παρασκευής των τεσσάρων πρώτων εβδομάδων των Νηστειών και ολόκληρο το βράδυ της Παρασκευή της πέμπτης εβδομάδας των Νηστειών, κατά τη διάρκεια της Ακολουθίας του Ακάθιστου Ύμνου. Αποτελείται από το προοίμιο «Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια» και 24 οίκους (στροφές) με αλφαβητική ακροστιχίδα από το Α έως το Ω. Το πρώτο μέρος του ποιήματος (Α-Μ) αναφέρεται σε επεισόδια από τη ζωή της Παναγίας (Ευαγγελισμός, Γέννηση του Ιησού, Υπαπαντή κ.ά.) και το δεύτερο μέρος (Ν-Ω) σε θεολογικά θέματα. Αναφέρεται γενικότερα στην ενανθρώπιση του Ιησού και τη σωτηρία των ανθρώπων, ενώ εξαίρεται η συμβολή της Παναγίας.

Ο ποιητής του Ακαθίστου Ύμνου δεν είναι γνωστός, καθώς οι μακροχρόνιες έρευνες δεν έχουν καταλήξει σε αναμφισβήτητα συμπεράσματα. Έχουν αναφερθεί τα ονόματα του Ρωμανού του Μελωδού, του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Σέργιου, του διάκονου και ιαμβογράφου Γεωργίου Πισίδη, του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γερμανού Α', του μητροπολίτη Νικομηδείας Γεωργίου Σικελιώτη, της Κασσιανής και του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φωτίου.

Η επικρατούσα παράδοση υποστηρίζει ότι ο Άκάθιστος Ύμνος γράφτηκε για τη διάσωση της Κωνσταντινούπολης από την πολιορκία των Αβάρων, ενός ταταρομογγολικού φύλου, το 626. Η σωτηρία της Βασιλεύουσας αποδόθηκε στην Υπέρμαχο Στρατηγό, την Υπεραγία Θεοτόκο.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/753

© SanSimera.gr

Ένα από τα λαοφιλέστερα ποιήματα της ελληνορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης και φιλολογικό μνημείο άφταστης τελειότητας. Ένας ύμνος προς την Παναγία, που, όταν ψάλλεται στις εκκλησίες κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, προκαλεί ρίγη αληθινής συγκίνησης και πνευματικής ανάτασης στους πιστούς. «Ακάθιστος Ύμνος» ονομάστηκε, επειδή, όταν ψάλλεται, το εκκλησίασμα στέκεται όρθιο, ενώ η εναλλακτική ονομασία του «Χαιρετισμοί», προέρχεται από τη συχνά επαναλαμβανόμενη λέξη Χαίρε.

Ο Ακάθιστος Ύμνος ψάλλεται τμηματικά το βράδυ της Παρασκευής των τεσσάρων πρώτων εβδομάδων των Νηστειών και ολόκληρο το βράδυ της Παρασκευή της πέμπτης εβδομάδας των Νηστειών, κατά τη διάρκεια της Ακολουθίας του Ακάθιστου Ύμνου. Αποτελείται από το προοίμιο «Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια» και 24 οίκους (στροφές) με αλφαβητική ακροστιχίδα από το Α έως το Ω. Το πρώτο μέρος του ποιήματος (Α-Μ) αναφέρεται σε επεισόδια από τη ζωή της Παναγίας (Ευαγγελισμός, Γέννηση του Ιησού, Υπαπαντή κ.ά.) και το δεύτερο μέρος (Ν-Ω) σε θεολογικά θέματα. Αναφέρεται γενικότερα στην ενανθρώπιση του Ιησού και τη σωτηρία των ανθρώπων, ενώ εξαίρεται η συμβολή της Παναγίας.

Ο ποιητής του Ακαθίστου Ύμνου δεν είναι γνωστός, καθώς οι μακροχρόνιες έρευνες δεν έχουν καταλήξει σε αναμφισβήτητα συμπεράσματα. Έχουν αναφερθεί τα ονόματα του Ρωμανού του Μελωδού, του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Σέργιου, του διάκονου και ιαμβογράφου Γεωργίου Πισίδη, του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γερμανού Α', του μητροπολίτη Νικομηδείας Γεωργίου Σικελιώτη, της Κασσιανής και του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φωτίου.

Η επικρατούσα παράδοση υποστηρίζει ότι ο Άκάθιστος Ύμνος γράφτηκε για τη διάσωση της Κωνσταντινούπολης από την πολιορκία των Αβάρων, ενός ταταρομογγολικού φύλου, το 626. Η σωτηρία της Βασιλεύουσας αποδόθηκε στην Υπέρμαχο Στρατηγό, την Υπεραγία Θεοτόκο.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/753

© SanSimera.gr